Δημοσκοπήσεις φωτιά με άρωμα εκλογών: Πού κερδίζει πανηγυρικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Τρέχουν και δε φτάνουν
Τι δείχνουν οι εκλογικές τάσεις στις δημοσκοπήσεις για την εικόνα των επόμενων εκλογών;
Ισχυρό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ, της τάξης των 10 ποσοστιαίων μονάδων στις ηλικίες 17-24, εμφανίζεται στις εκλογικές τάσεις του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα, με τις επισημάνσεις ότι η νέα γενιά μέχρι 34 ετών είναι περισσότερο επικριτική προς την κυβερνητική πολιτική και θα παίξει ουσιαστικό ρόλο στον καθορισμό των εξελίξεων, ενώ ξανασυναντήθηκε δημοσκοπικά με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Σύμφωνα με την έβδομη κατά σειρά έκδοση της περιοδικής ανάλυσης εκλογικές τάσεις που δημοσιεύει το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021 η Νέα Δημοκρατία χάνει 3,0 ποσοστιαίες μονάδες στην πρόθεση ψήφου και εμφανίζει σημαντικές τάσεις αποσυσπείρωσης της εκλογικής της βάσης.
Οι εκλογικές τάσεις των δημοσκοπήσεων που κυκλοφορούν από τον Οκτώβριο του 2019 αποτελούν μια καταγραφή και ανάλυση των ευρημάτων των πολιτικών ερευνών κάθε περιόδου, με αναφορά στα κυριότερα πολιτικά γεγονότα, την οποία επιμελούνται η Δανάη Κολτσίδα, πολιτική επιστήμονας και διευθύντρια του ΙΝΠ και ο Κώστας Πουλάκης, μαθηματικός.
Οι βασικοί δείκτες που παρακολουθούνται διαχρονικά περιλαμβάνουν την ικανοποίηση των πολιτών από την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση, τη δημοτικότητα των πολιτικών αρχηγών, την καταλληλότητα των αρχηγών των δύο μεγάλων κομμάτων για την πρωθυπουργία, την πρόθεση ψήφου προς κάθε κόμμα, τις συσπειρώσεις και μετακινήσεις ης εκλογικής βάσης των δύο μεγάλων κομμάτων, αλλά και τη σύνθεση της «γκρίζα ζώνης» της αδιευκρίνιστης ψήφου. Επίσης, στην ανάλυση περιέχονται και χρήσιμα κάθε φορά ποιοτικά στοιχεία σχετικά με την επικαιρότητα, αλλά και μια σύνοψη των βασικών πολιτικών τάσεων σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Άλλα βασικά ευρήματα και συμπεράσματα των εκλογικών τάσεων είναι τα εξής :
Οι κοινωνικές διεργασίες που είχαν επισημανθεί και σε προηγούμενες εκδόσεις των εκλογικών τάσεων φαίνεται ότι κατά την περίοδο αυτή, του πρώτου τριμήνου του 2021, επιταχύνθηκαν και εντάθηκαν, αποκτώντας ενδεχομένως και περισσότερο δομικά και μόνιμα χαρακτηριστικά, γεγονός που αποτυπώνεται και σε όλους τους δείκτες που παρακολουθεί η μελέτη.
Η κυβέρνηση, αλλά και ο Κ. Μητσοτάκης προσωπικά, εμφανίζουν πτώση σε όλους τους δείκτες – μεγαλύτερης μάλιστα κλίμακας σε σχέση με τις προηγούμενες εκδόσεις των εκλογικών τάσεων. Πιο συγκεκριμένα, η ικανοποίηση από την κυβέρνηση υποχωρεί κατά 4,4 ποσοστιαίες μονάδες, η δημοτικότητα του Κ. Μητσοτάκη κατά 5,8 μονάδες, όπως και στο δείκτη του καταλληλότερου πρωθυπουργού (κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ η Νέα Δημοκρατία χάνει 3,0 ποσοστιαίες μονάδες στην πρόθεση ψήφου και εμφανίζει σημαντικές τάσεις αποσυσπείρωσης της εκλογικής της βάσης.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστική η σύγκριση με τους δείκτες που καταγράφηκαν στις εκλογικές τάσεις αμέσως μετά το ξέσπασμα της πανδημίας (Μάιος 2020). Σε σχέση με την περίοδο εκείνη, η Νέα Δημοκρατία έχει χάσει 20 ποσοστιαίες μονάδες στην ικανοποίηση από την διακυβέρνηση της χώρας, ο Κ. Μητσοτάκης επίσης 20 ποσοστιαίες μονάδες δημοφιλίας και 6 ποσοστιαίες μονάδες στην καταλληλότητα για τη θέση του πρωθυπουργού, ενώ επίσης η Νέα Δημοκρατία έχει χάσει 10 μονάδες στη συσπείρωση της εκλογικής βάσης της και 9 μονάδες στην πρόθεση ψήφου.
Στο πεδίο της αντιπολίτευσης, όλα τα κόμματα – με πρώτο φυσικά τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ – εμφανίζουν σταθερότητα, ή και οριακή βελτίωση σε ορισμένους δείκτες. Αν και η δυσαρέσκεια σε βάρος της Νέας Δημοκρατίας τροφοδοτεί, όπως ενδεχομένως είναι λογικό τουλάχιστον σε πρώτο χρόνο, την «γκρίζα ζώνη» της αδιευκρίνιστης ψήφου, η αντιπολίτευση έχει τις προϋποθέσεις να προσελκύσει, να συσπειρώσει και να κινητοποιήσει τόσο τη δική της εκλογική βάση και τους ψηφοφόρους που απέχουν, όσο και τα τμήματα της εκλογικής βάσης της Νέας Δημοκρατίας που απογοητεύονται από αυτή.
Η πανδημία από καλύτερος «σύμμαχος» – στο πεδίο της κοινής γνώμης και της εκλογικής συμπεριφοράς πάντοτε – για την κυβέρνηση, φαίνεται πως γίνεται ο εφιάλτης της.
Η κυβέρνηση φαίνεται ότι πληρώνει επικοινωνιακά την επιλογή της να επενδύσει αποκλειστικά στον εμβολιασμό, αφού οι αργοί ρυθμοί στην πρόοδο της διαδικασίας δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες που έχουν καλλιεργηθεί, ενώ η γενικότερη ρητορική περί ανευθυνότητας των πολιτών, αλλά και η επένδυση στην καταστολή ως μοναδικό μέτρο ανάσχεσης της πανδημίας, με αποκορύφωμα τα γεγονότα στις πλατείες, και κυρίως στη Νέα Σμύρνη, όξυναν ακόμα περισσότερο την ατμόσφαιρα εις βάρος της κυβέρνησης.
Η διαχρονική εξέταση των δημοσκοπήσεων δημιουργεί την εικόνα ενός κύκλου που έκλεισε. Η πανδημία δημιούργησε μια δεύτερη περίοδο χάριτος για την κυβέρνηση, αφού – μετά τα πρώτα σημάδια φθοράς που είχαν διαφανεί ήδη από τον Δεκέμβριο του 2019 – οι επάλληλες κρίσεις (πρώτα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και μετά, κυρίως, η πανδημία) ανέκοψαν τις τάσεις αμφισβήτησής της και προκάλεσαν μια σημαντική και αναμενόμενη συσπείρωση γύρω της. Ωστόσο, είναι σαφές ότι ο κύκλος αυτός έκλεισε.
Η περίοδος που διανύουμε ενδέχεται να αποδειχθεί ως το κρίσιμο σημείο που θα σηματοδοτήσει μια στροφή ή και μια τομή. Στροφή, με την έννοια της μεταβολής του πολιτικού κλίματος και επομένως και του συσχετισμού δυνάμεων εντός του κομματικού συστήματος. Αλλά και τομή, με την έννοια ότι τα συσσωρευμένα προβλήματα, η κυριαρχία των αρνητικών συναισθημάτων και η βαθιά κρίση στην οποία δεν διαφαίνεται άμεσα διέξοδος, είναι πιθανόν να τροφοδοτήσουν μια νέα περίοδο κοινωνικού αναβρασμού, ανόδου του ριζοσπαστισμού και πιο ριζικών πολιτικών ανακατατάξεων. Το περιεχόμενο και το πρόσημο αυτών των διεργασιών είναι ακόμα δύσκολο να προβλεφθεί. Είναι η στιγμή όπου όλα και όλοι θα κριθούν από την αρχή. Και, όπως και στην προηγούμενη κρίση, η πολιτική δύναμη ή οι πολιτικές δυνάμεις που θα καταφέρουν να αφουγκραστούν την κοινωνική κίνηση και κυρίως θα τολμήσουν να παρέμβουν σε αυτή και να την εκφράσουν, θα είναι κερδισμένες.