13 Οκτωβρίου, 2024

Μάκης Δελαπόρτας – Ο γητευτής της τέχνης και φάρος του πολιτισμού μας

Μάκης Δελαπόρτας – Ο γητευτής της τέχνης και φάρος του πολιτισμού μας

Άννα Τριτσαρώλη

Σήμερα τα βήματά μου με οδηγούν στην αποθήκη Πολιτισμού μας. Ας χτυπήσω  το ρετρό ορειχάλκινο ρόπτρο της φινετσάτης αντικέ χειροποίητης εξώθυρας του παλιού αρχοντικού κι ας περιμένω να ανοίξει. Καθώς πλησιάζω τη βιβλιοθήκη των καλλιτεχνικών θησαυρών μαγνητίζομαι από το πιο όμορφο δερματόδετο βιβλίο ανεκτίμητης αξίας, που έχω ποτέ αντικρύσει και που στο εξώφυλλό του γράφει με ολόχρυσα γράμματα Μάκης Δελαπόρτας, ένα όνομα βαρύ σαν ιστορία, που σήμερα θα έχουμε την απίστευτη τύχη να ξεφυλλίσουμε μαζί τις σελίδες του. Οι μούσες και οι προστάτιδες των τεχνών έραναν το λεπτεπίλεπτο, ξανθομαλλούσικο κι αγγελικόμορφο αγόρι με τα τεράστια θαλασσόχρωμα μάτια, που μετρούσε τα ουράνια άστρα κάθε βράδυ, όταν   σκαρφάλωνε το μαντρότοιχο του θερινού σινεμά, για να δει την Αλίκη, την Καρέζη και έγινε ο γητευτής της τέχνης. Ζήτησα  από το Μάκη Δελαπόρτα να με οδηγήσει στη σοφίτα των μυστικών θησαυρών του  και να  μου επιτρέψει  για τα έκθαμβα μάτια των αναγνωστών της onenews.gr να ανοίξω με το αντικέ κλειδί  το σεντούκι με τις πολύτιμες θύμησες και  μαρτυρίες ετών γνωστών θρύλων του πολιτισμού μας, που κουβαλά με δέος όλα αυτά τα χρόνια. Ο Μάκης Δελαπόρτας τύλιξε απαλά με ολομέταξες νεραϊδοκεντημένες κορδέλες το σεντούκι της πολυδιάστατης  συλλογής  των σπάνιων πολιτιστικών θησαυρών κι εκθεμάτων και καθώς το εναπόθεσε ευλαβικά στα χέρια μου  μαζί με το μπρονζέ αντικέ κλειδί με διαπέρασε το ρίγος της συγκίνησης και της προσμονής.

Μάκη Δελαπόρτα θέλω από καρδιάς να σε ευχαριστήσω, που μας άνοιξες την πόρτα αυτού του πολυδιάστατου πολιτιστικού κέντρου, στο οποίο  στέγασες σπάνιο υλικό στο σπίτι σου, στη σκέψη σου και στην καρδιά σου και που στην υπηρεσία της Μουσειοτέχνης και του Πολιτισμού  αυτή σου η ιδιωτική εγκυκλοπαιδική συλλογή εκθέτει ιστορικές μαρτυρίες προς μελέτη των αναγνωστών μας κι όχι μόνο. Έχεις τιμηθεί αρκετές φορές από την πολιτεία και τους πολιτιστικούς φορείς της χώρας για τη σημαντική σου προσφορά στη διάσωση και την καταγραφή του πολιτιστικού υλικού από το θέατρο και τον κινηματογράφο. Σωστά;

Πρώτα-πρώτα ένα μεγάλο ευχαριστώ γι΄αυτή την υπέροχη ποιητική εισαγωγή, που δεν μου έχει γίνει, νομίζω, καλύτερη μέχρι σήμερα και όλα αυτά πραγματικά γραμμένα από σένα θεωρώ με πολλή αγάπη και σεβασμό και χαίρομαι γι’ αυτό και σ ευχαριστώ ιδιαίτερα. Είναι πραγματικά έτσι και η ιστορία της ζωής μου είναι λίγο σαν παραμύθι. Ένα παιδί, που μεγάλωσε δίπλα σε ένα θερινό σινεμά κατάφερε τους ήρωες της μεγάλης οθόνης, που θαύμαζε από παιδί, να τους γνωρίσει και να γίνουν συνοδοιπόροι στη ζωή του, οι πιο αγαπημένοι του άνθρωποι τελικά, όπως απέδειξε ο χρόνος.

Υποθέτω, ότι η πρώτη σου  επαφή με τη μάγισσα  τέχνη έγινε, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, που  σκαρφάλωσες  για πρώτη φορά  το μαντρότοιχο του θερινού σινεμά, που συνόρευε με το πατρικό σου, για να παρακολουθήσεις την αγαπημένη σου ταινία εποχής. Ήταν καρμική  αυτή σου η συνάντηση με τους κινηματογραφικούς σου ήρωες και καθοριστική για το επαγγελματικό σου μέλλον; 

Απόλυτα. Θεωρώ, πως όλα τα πράγματα στη ζωή μας είναι γραμμένα και σε μένα η καλή μου μοίρα είχε γράψει, πως εκείνο το παιδί με τα έκπληκτα μάτια μπροστά στη μεγάλη οθόνη, που  όσο ήταν ακίνητη την κοιτούσε έκθαμβο, αλλά όταν άρχισε να παίρνει ζωή το  μάγευε, το τραβούσε, το έκανε ένα μέρος του και αυτό ήταν για μένα κάτι πολύ ιδιαίτερο, που πάντα θα θυμάμαι, ότι χανόμουν μέσα στην οθόνη, γινόμουν ένας από τους ήρωες αυτούς, που έβλεπα και έτσι περνώντας τα χρόνια κι έτσι όπως τα έφερε η ζωή σε πολύ νεαρή ηλικία γνώρισα ξεκινώντας από την Αλίκη Βουγιουκλάκη εκείνους τους ήρωες των παιδικών μου χρόνων κι όπως έχω ξαναπεί οι ήρωες για μένα εκείνα τα χρόνια δεν ήταν ούτε ο Μπάτμαν, ούτε ο Σούπερμαν, ούτε ο Μίκυ Μάους, ούτε ο Σεραφίνο, ούτε ο Τιραμόλα, ήταν η Αλίκη, η Ρένα, η Καρέζη, ο Παπαμιχαήλ, ο Κούρκουλος, ήταν όλοι αυτοί, που εγώ αγάπησα από παιδί. Τελικά καρμικά να το πω έτσι, γραμμένο ήταν να συμβεί όλο αυτό και βεβαίως ” Συν Αθηνά και χείρα κίνει”, κίνησα και τα νήματα, δηλαδή πήγα και τους βρήκα και ενώ ήμουν ντροπαλό παιδί, δεν ντρεπόμουν μπροστά στο όνειρό μου ποτέ δε στάθηκα πίσω από τη ντροπή μου, πήγαινα και τους έβρισκα, τους έλεγα πόσο τους αγαπούσα, πόσο τους θαύμαζα και τελικά νομίζω πως, όταν εκπέμπεις την αλήθεια στα μάτια σου και στο βλέμμα σου κι έχεις και ένα ήθος, ένα σεβασμό γι’ αυτό, που θες να κατακτήσεις, το κατακτάς.

Μάκης Δελαπόρτας

Σε γοήτευε πάντα ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος με τον οποίο είχες μια σχέση λατρείας. Με τον ξένο κινηματογράφο τί σχέση είχες; ‘Ήρωες του ελληνικού  κινηματογράφου μόνο στοίχειωναν τα όνειρά σου ή και του ξένου;

Δεν ξέρω, είχα μια λατρεία στους Έλληνες ηθοποιούς, προφανώς μιλούσαν περισσότερο στην ψυχή μου, ήταν κομμάτια μιας Ελλάδας, που τη ζούσα τότε και μετά τη νοστάλγησα, όπως και τώρα πάρα πολλοί νοσταλγούν εκείνη την εποχή του ελληνικού σινεμά και όπως έχω ξαναπεί, οι ταινίες σήμερα έχουν ένα ιδιαίτερο πολιτιστικό ενδιαφέρον, γιατί είναι ντοκιμαντέρ μιας εποχής, που έχει φύγει για πάντα. Ωστόσο βεβαίως και εκείνος ο κινηματογράφος στην Αργυρούπολη,  το Σινέ Αργυρούπολη προέβαλε και ξένες ταινίες και οι αγαπημένες μου εκείνη την εποχή ήταν ιστορικές ταινίες Ben-Hur, Turner & Hooch Κλεοπάτρα και όλα αυτά. Επίσης οι κωμωδίες, που θυμάμαι, πως βλέπαμε τον Φράνκο και τον Τσίτσιο, τους  δυο Ιταλούς και γέλαγα πολύ, τον Luis de Funes, τέτοιες ταινίες. Αργότερα ανακάλυψα όμως τη σπουδαιότητα του ξένου κινηματογράφου. Η αδυναμία μου τα μιούζικαλ του  Fred Astaire, του Gene Kelly και όλων εκείνων με μάγευαν.

Γεννήθηκες στον Πειραιά και είσαι το μοναχοπαίδι  μιας αστικής οικογένειας;

Δεν είμαι το μοναχοπαίδι, είμαι ο μοναχογιός, γιατί έχω και μια αδερφή, που με περνάει δεκατρία χρόνια και ήταν λίγο ως μαμά κι εκείνη, με μεγάλωσαν δυο μαμάδες, η αδερφή μου και η μητέρα μου.

Η οικογένειά σου από ότι καταλαβαίνω, δεν είχε καλλιτεχνικές καταβολές. Ήταν υποστηρικτική στα όνειρά σου;

Τα πρώτα χρόνια όχι. Δεν είχαν καθόλου καλλιτεχνικές καταβολές, ήταν ενάντιοι κυρίως ο πατέρας μου στο να ακολουθήσω ένα τέτοιο επάγγελμα και βεβαίως μόνο και μόνο από το ενδιαφέρον του, επειδή ήμουν ένα πάρα πολύ ντροπαλό παιδί  και πάρα πολύ έτσι  χαμηλών τόνων, πίστευε, ότι δεν θα μπορούσα να επιβληθώ στο χώρο και να κατακτήσω κάποια πράγματα. Τελικά όμως δεν πρέπει να μπαίνουμε εμπόδια στα όνειρα των παιδιών μας, γιατί μπορεί να κρύβουν έναν εαυτό, που δεν τον βλέπουμε και που μπορεί και το ίδιο το παιδί να μην το βλέπει, οπότε πρέπει να τα αφήνουμε να ακολουθούν τα όνειρά τους πολλές φορές και με κόστος, μπορεί να είναι και αρνητικό δεν έχει σημασία, πρέπει να κατακτούν τα όνειρά τους τα παιδιά, αυτό έχει σημασία. Με μένα , επειδή είχα πολύ μεγάλο πείσμα και θέληση γι’ αυτό, που ήθελα να κάνω, συνέβη εντελώς τυχαία και στην ηλικία των δεκαεπτά, που είχα πάει να δω μια παράσταση της Αλίκης Βουγιουκλάκη κι όπως έχω ξαναπεί περίμενα στην ουρά, για να πάρω αυτόγραφο κι εκείνη με ξεχώρισε ανάμεσα στα παιδάκια, της έκαναν εντύπωση τα μάτια μου, που έλαμπαν ,όπως  μου είπε, είδε τη φλόγα μέσα στα μάτια μου κάτι τέτοιο, όπως είχε  πει και η ίδια σε συνεντεύξεις  για τον τρόπο, που με γνώρισε και με πήρε κοντά της. Πήρε τον πατέρα μου ένα τηλέφωνο, γιατί εγώ είχα πει, κυρία Βουγιουκλάκη εγώ θα ήθελα πάρα πολύ, αλλά ο πατέρας μου δεν με αφήνει  κι εκείνη τού είπε, κύριε Δελαπόρτα εδώ Αλίκη Βουγιουκλάκη κι εκείνος μόλις την άκουσε, γιατί νόμισε, ότι του έκαναν πλάκα, λέει ναι κι εγώ Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Νομίζω, ότι εκείνο ήταν πια το διαβατήριο, για να μπω στο χώρο. Θυμάμαι, πως η Αλίκη με πήρε μαζί της στο καμπαρέ κι έπαιξα το ρόλο, έκανα  έναν  πιτσιρικά Γερμανό, επειδή ήμουνα ξανθός με ξεχώρισε και με ήθελε και με διάβαζε, θυμάμαι, στις πρόβες του καμπαρέ η Δέσπω Διαμαντίδη, για να πάω να δώσω εξετάσεις στη Δραματική σχολή, γιατί η Αλίκη μου είχε πει τότε, θα είσαι μαζί μου, αλλά θα πρέπει να πας και μια Δραματική σχολή, ήταν πάρα πολύ υπέρ αυτού, ότι  τα παιδιά, οι νέοι θα πρέπει να σπουδάζουν.

Σπούδασες  λοιπόν στη Δραματική Σχολή Θεοδοσιάδη, όπου και αποφοίτησες το 1982. Έκτοτε συμμετείχες σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες, θεατρικά έργα και τηλεοπτικά σίριαλ. Από θεατής και θαυμαστής πρωταγωνιστής στο θεατρικό σανίδι, στα τηλεοπτικά πλατό  και στις κινηματογραφικές οθόνες. Πως ήταν το πρώτο συναίσθημα, όταν κατάφερες να  αγγίξεις  το όνειρο;

Ήταν μαγικό και δεν πίστευα, πως ζούσα το όνειρό μου, ειδικά στις πρώτες μου δουλειές, που βρέθηκα στη σκηνή με την Αλίκη, με τη Ρένα Βλαχοπούλου, με το Μίμη Φωτόπουλο, με το Νίκο Ρίζο, με το Βασίλη Τσιβιλίκα,  με το Γιώργο Κωνσταντίνου,  θυμάμαι έπαιξα με πολλούς σπουδαίους ηθοποιούς, που εγώ θαύμαζα στη σκηνή, βεβαίως ως νέος ηθοποιός με μικρούς ρόλους. Δεν ήμουν από τα παιδιά, που είχα και πολύ μεγάλες βλέψεις, για να κάνω μια σπουδαία καριέρα στο θέατρο, ενώ έλεγαν και οι σκηνοθέτες, πως είχα ιδιαίτερο ταλέντο και στο μιούζικαλ, στη μουσική, χόρευα, τραγουδούσα κι όλα αυτά. Με συνεπήραν όμως κι άλλα πράγματα στη διάρκεια, ενώ ήμουν ένα από τα παιδιά του Δαλιανίδη σε εκείνα τα πρώτα χρόνια του ’80 με τα σίριαλ και τις ταινίες, που είχα ξεχωρίσει, που είχα γίνει, ας πούμε ένα ίνδαλμα για κείνα τα χρόνια στο νεαρόκοσμο και στα κορίτσια των σχολείων και η Μανίνα, η Κατερίνα με είχαν πολύ συχνά εξώφυλλο και αφίσα, προφανώς λόγω που είχα ιδιαίτερο  ξενικό φιζίκ. Εγώ όμως δεν αισθάνθηκα ποτέ, ότι ήθελα να κομπάσω, για το ότι ήμουνα, δε θέλω να πω ένα όμορφο, αλλά ένα ιδιαίτερο αγόρι, που έγραφε καλά στις φωτογραφίες, που είχα μία φωτογένεια κ.λ.π, δε στάθηκα εκεί καθόλου.

Μάκης Δελαπόρτας

Από το ρόλο του Άλκη στο “ Ρετιρέ” του Δαλιανίδη έχουν  περάσει κάποια χρόνια κι εσύ εξακολουθείς να είσαι ο αιώνιος έφηβος. Αυτό το dna των κυττάρων σου, που σου χάρισε την αιώνια νεότητα,  υποβοηθείται καθόλου από την κοσμετολογία, από την επιστήμη γενικότερα  ή είναι μόνο αποτέλεσμα γενετικής προδιάθεσης;

Νομίζω, πως είναι καθαρά αυτό, γιατί ό,τι και να κάνεις, όσο και να βοηθήσεις εσύ τον εαυτό σου με παρεμβάσεις και επεμβάσεις, για να φαίνεσαι πιο νέος, εάν δεν είναι το dna σου έτσι, νομίζω, πως δεν  μπορείς να καταφέρεις και σπουδαία πράγματα. Απλά είχα πάντα ένα baby face, που νομίζω υποκριτικά με δέσμευε, με περιόριζε, ωστόσο στην προσωπική μου ζωή αισθανόμουν καλά, γιατί ενώ περνούσαν τα χρόνια, έκρυβα πάντα κάποια χρόνια από την ηλικία, που ήμουνα, οπότε τώρα πια το χαίρομαι, γιατί έχω μεγαλώσει καλά. Βεβαίως όλοι θα γεράσουμε, όλοι θα μεγαλώσουμε, αν κι εγώ διαφωνώ με τη λέξη θα  γεράσουμε, γιατί μπορεί να μεγαλώνουμε χωρίς όμως να γερνάμε. Η ζωή μου έχει φερθεί καλά και ο χρόνος μου έχει φερθεί καλά, αλλά κι εγώ του φέρομαι καλά, γιατί πρέπει να τα λέμε αυτά, είμαστε ό,τι τρώμε ό,τι  πίνουμε, η καλή μας ή η κακή μας ψυχολογία και όλα αυτά καθρεφτίζονται στο πρόσωπό μας, στο σώμα μας. Εγώ αγαπώ το σώμα μου, αγαπώ τον εαυτό μου και όλοι πρέπει να αγαπάμε τον εαυτό μας, γιατί δεν έχουμε τίποτα πολυτιμότερο από αυτόν και πρέπει να τον εκτιμάμε, να τον θαυμάζουμε, γ΄αυτό κι εγώ έχω προσέξει, αλλά κι ο τρόπος της ζωής μου είναι έτσι, που δεν έχει αλλάξει με τα χρόνια, δεν πίνω καθόλου αλκοόλ, ούτε μια γουλιά μπύρα, θα τσουγκρίσω πάντα με λίγο κόκα κόλα. Επίσης δεν καπνίζω, γυμνάζομαι και τρώω αυτά, που πρέπει να φάω, χωρίς να παρεκτρέπομαι. Όλο αυτό δεν είναι πάρα πολύ συγκεκριμένο; είναι τρόπος ζωής και δεν μου λείπει κάτι. Αν μου λείψει κάτι, θα πάρω τη γεύση και του γλυκού και του αλμυρού χωρίς όμως να σκάσω από αυτό.

Από το 2010, ανεβάζεις στο θέατρο τις δικές σου παραστάσεις, που σημειώνουν πάντα μεγάλη επιτυχία. Η  υποκριτική τέχνη σε ποιο χώρο σε εκφράζει περισσότερο στο θέατρο, στον κινηματογράφο ή στην τηλεόραση κι αν  σου ζητούσαν  να επιλέξεις θα ήσουν κινηματογραφικός, θεατρικός ή τηλεοπτικός αστέρας;

Θα ήμουνα θεατρικός, καθαρά το θέατρο με τραβάει και με έχει κερδίσει, γιατί αυτό είναι η ζωντανή επαφή, που έχεις με το κοινό, το θέατρο είναι μια ζωντανή τέχνη. Ο κινηματογράφος είναι κάτι, που μένει, όμως στο θέατρο αυτό το touch, που έχεις με τον κόσμο, να ανέβεις στη σκηνή, να τον κοιτάς στα μάτια, είναι κάτι μαγικό, δεν μπορώ να πω, πως το αλλάζω με καμία άλλη μορφή τέχνης. Τέχνη είναι και η συγγραφή, τέχνη είναι και το τραγούδι, τέχνη είναι και το εικαστικό κομμάτι, όμως εμένα με αγγίζει περισσότερο το θέατρο, όλη αυτή η διεργασία, το καμαρίνι, η συναναστροφή με τους συναδέλφους. Αυτό ήταν κάτι, που μου έλειψε για αρκετά χρόνια, γιατί για δέκα χρόνια  είχα αφήσει το  θέατρο. Δεν μπορείς να τα κάνεις όλα καλά, δε γίνεται αυτό κι όσοι το λένε, είναι ψέμματα, όλα μαζί δε γίνονται. Οπότε, όταν στη ζωή μου ήρθαν οι βιογραφίες,  έπρεπε να αφήσω το θέατρο και να το βάλω σε δεύτερη μοίρα για δέκα περίπου χρόνια κι όταν επανήλθα από προσωπική μου ανάγκη να βρεθώ και στη σκηνή και στο καμαρίνι, επανήλθα με δικές μου παραστάσεις. Ευτυχώς αυτές όλες οι παραστάσεις, που έχω κάνει όλα αυτά τα χρόνια,  οι μέρες ραδιοφώνου, “το πρώτο μας πάρτι”, η επιθεώρηση και πολλές- πολλές  άλλες , όλες γνώρισαν  πολύ μεγάλη επιτυχία.

Πως βλέπεις την υποβάθμιση από την Πολιτεία των πτυχίων των αποφοίτων  από τις ανώτερες δραματικές σχολές και την εξίσωσή τους με τα απολυτήρια Λυκείου; Ποια η λογική  του συγκεκριμένου προεδρικού διατάγματος κατά τη γνώμη σου;

Θεωρώ, πως δεν υπάρχει λογική, πως είναι παράλογο να ισοπεδώνουμε τους καλλιτέχνες με αυτό τον τρόπο και να τους μειώνουμε κατ΄ επέκταση. Θα ήθελα να πιστεύω, πως η επόμενη κυβέρνηση θα το ξαναδεί, θα σκύψει με άλλο ενδιαφέρον πάνω από αυτό το πολύ ευαίσθητο θέμα και θα επανέλθει, πιστεύω, για να μας δικαιώσει. Επίσης είμαι υπέρ της άδειας των πτυχίων των ηθοποιών κάτι, που έγινε εδώ και πολλά χρόνια, που δεν ισχύουν πια τα πτυχία και δεν είναι υποχρεωτικό να βγάλεις μια Δραματική σχολή, για να παίξεις κι αυτό νομίζω, πως θα έπρεπε να το ξαναδούν και να το επανεξετάσουν.

Μάκης Δελαπόρτας

Ήσουν ένα χαμηλών τόνων παιδί με αγγελικά χαρακτηριστικά, που ενέπνευσες την προστατευτικότατα  των θρύλων του ελληνικού κινηματογράφου και σου άνοιξαν όχι μόνο την πόρτα του σπιτιού τους, που για τους περισσότερους επισκέπτες ήταν άβατο, αλλά και της καρδιάς τους. Πόσο εύκολο ήταν να προσεγγίσεις αυτές τις προσωπικότητες και ποιο ήταν   αυτό το στοιχείο του χαρακτήρα και  της συμπεριφοράς σου, που τους ενέπνευσε την εμπιστοσύνη, ώστε να σου διηγηθούν άγνωστα πραγματικά  περιστατικά, μνήμες, γεγονότα ακόμα και μυστικές ερωτικές ιστορίες, τις οποίες εσύ τελικά κατέγραψες κατά την κρίση σου και   με  όλο το σεβασμό δημιουργώντας τις βιογραφίες τους; 

Όλα για μένα κύλησαν πάρα πολύ φυσικά, δηλαδή πολύ φυσικά βρέθηκα στο χώρο του θεάτρου σε ηλικία δεκαεπτά χρόνων, πολύ φυσικά έπαιζα δίπλα στην Αλίκη, στη Ρένα, στο Φωτόπουλο, στον Ηλιόπουλο και σε όλους αυτούς τους πολύ σπουδαίους. Τώρα, που πέρασαν πια  τα χρόνια  γυρνώντας πίσω, θεωρώ, πως εκείνο, που έπαιξε ρόλο στη  συναναστροφή μου μαζί τους ήταν το ότι ήμουνα, όπως είπες πριν ένα παιδί χαμηλών τόνων όμως με ουσία, με ένα περιεχόμενο, που εκείνοι το είδαν. Εγώ τότε δεν καταλάβαινα τι έβλεπαν, αλλά εκείνοι το είδαν, το εκτίμησαν και το ξεχώρισαν. Έτσι λοιπόν με έβαλαν στις δουλειές τους, με έβαζαν στα σπίτια τους, με έβαλαν στις ζωές τους και ήταν βεβαίως ευλογία αυτό, γιατί η συναναστροφή μου δεν ήταν με παιδιά της ηλικίας μου εκείνα τα χρόνια, εντάξει θα έβγαινα, θα πήγαινα και στα κλαμπάκια, αλλά προτιμούσα να βρίσκομαι στα τραπέζια  με κείνους και να ακούω ιστορίες από τον κινηματογράφο, από τα παρασκήνια και ήταν για μένα υπέροχο το ταξίδι αυτό και κάθε φορά, που βρισκόμουν με κείνους γύρναγα σπίτι μου πάρα πολύ γεμάτος. Εκείνοι λοιπόν διέκριναν σε μένα προφανώς ένα ταλέντο, που μπορεί να είχα είτε στο θέατρο, γιατί χατίρια δεν έκαναν  αυτοί οι πολύ δύσκολοι άνθρωποι στις επιλογές τους και διέκριναν ένα ήθος, που σίγουρα κουβαλούσα από το σπίτι μου κι ένα σεβασμό και αγάπη, που είχα για κείνους. Αυτά ήταν τα στοιχεία, που νομίζω, ξεχώρισαν σε μένα και με τοποθέτησαν δίπλα τους.

Είσαι ένας αναγνωρισμένου κύρους ερευνητής, όπου το 1998 άρχισες να ασχολείσαι και με τις βιογραφίες των μεγάλων Ελλήνων ηθοποιών, φτάνοντας μέχρι σήμερα να έχεις υπογράψει 50 βιβλία-βιογραφίες, λευκώματα και συλλεκτικές μονογραφίες για τους κορυφαίους καλλιτέχνες του κινηματογράφου και του θεάτρου. Ποιο ήταν το ερέθισμα στη σκέψη σου, για να γίνεις βιογράφος;

Εκείνη, που το είδε πρώτη, ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη, που  μου είπε για τις  βιογραφίες, εσύ μπορείς να κάνεις αυτό πολύ καλά, είχε δει και κάποια κείμενά μου, της άρεσαν, έβλεπε, ότι είχα μεγάλη τρέλα για την έρευνα, έκανα έρευνα στις ζωές τους, περνούσα ατέλειωτες ώρες  καθημερινά στις εθνικές  βιβλιοθήκες και έψαχνα περιοδικά, εφημερίδες, πληροφορίες δηλαδή, στη Δραματική σχολή ήξερα όλους τους ηθοποιούς του θεάτρου, εννοώ και του περασμένου αιώνα έτσι, τους σκηνοθέτες, τους ηθοποιούς τους πρώτους, τους δεύτερους, ενώ σήμερα αυτό δεν υπάρχει, ενώ υπάρχει πάρα  πολύ η  ευκαιρία η μεγάλη να μην  πας στις βιβλιοθήκες και να τρως τις ώρες σου καταγράφοντας ούτε καν φωτοτυπώντας και φωτογραφίζοντας ένα κείμενο, εγώ  τα κατέγραφα, έγραφα ατέλειωτες ώρες, για να έχω στοιχεία. Τώρα είναι πολύ εύκολη η πρόσβαση μέσα από τα  τεχνολογικά μέσα, αλλά   τα παιδιά σήμερα δεν ξέρουν και με στεναχωρεί πάρα  πολύ αυτό και το παράδειγμα θα το δούμε ζωντανά μπροστά μας στο Ρουκ Ζουκ και το λέω, γιατί το βλέπω καθημερινά, επειδή είναι η ξεκούρασή μου αυτή και δυστυχώς βλέπω παιδιά ακόμη και φοιτητές μιας νεαρής ηλικίας είκοσι , εικοσιπέντε και τριάντα χρόνων,  που  δεν ξέρουν ποια είναι η Αλεξίου, ποιος είναι ο Πάριος σήμερα και δεν θα σου πω για την Παξινού, το Μινωτή, την Αρώνη και το Χορν, εγώ θα σου πω και για νεότερους ηθοποιούς, που δεν τους γνωρίζουν, δεν ξέρουν ποιος είναι ο Μάνος Χατζηδάκης, με δυσκολία ίσως ξέρουν το Μίκη Θεοδωράκη. Αυτά λοιπόν είναι ανεπίτρεπτα, πρέπει οι νέοι σήμερα να ξέρουν την πολιτιστική μας ιστορία, είναι κομμάτι του πολιτισμού μας, είναι κομμάτι της Ελλάδος και πρέπει να το ξέρουν, αν όχι να πρέπει να μπει ένα μάθημα στα σχολεία, στα γυμνάσια ακόμη και στα δημοτικά και να διδάσκουν τον πολιτισμό μας, που είναι πάρα πολύ σημαντικός.

Μάκης Δελαπόρτας Μάρθα Καραγιάνηη

Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου. Μαρίκα Κοτοπούλη, Κυβέλη, Αιμίλιος Βεάκης, Κατίνα Παξινού, Αλέξης Μινωτής, Μάνος Κατράκης, Έλλη Λαμπέτη, Δημήτρης Χόρν βιογραφίες  προσωπικοτήτων άλλου διαμετρήματος, που θα μπορούσαμε να πούμε, ότι δυσκολεύουν τη ζωή του βιογράφου;

Πάρα πολύ, ιδιαίτερα ενός νέου βιογράφου, που δεν έχει ζήσει εκείνη την εποχή, που δεν έχει ζήσει καθόλου αυτούς τους ανθρώπους κι έπρεπε να σταχυολογήσει, να συγκεντρώσει πάρα πολλά στοιχεία για το χαρακτήρα τους, για την πορεία τους και για τις προσωπικές τους, αν θες, στιγμές. Ήταν οι πιο δύσκολες βιογραφίες, που έχω κάνει, χαίρομαι πολύ όμως, γιατί είχα μεγάλη επιτυχία και γιατί μέσα από αυτές τις βιογραφίες μένουν οι ζωές αυτών των θρύλων του ελληνικού θεάτρου, που πριν από εμένα δεν είχαν άλλοι ασχοληθεί, δηλαδή κάτι για το Βεάκη δεν υπήρχε πουθενά, κάτι για την Παξινού, κάτι για τον Μινωτή δεν υπήρχαν. Χαίρομαι ιδιαίτερα, που τώρα πια υπάρχουν αυτές οι μονογραφίες αυτών των πολύ σπουδαίων ηθοποιών.

 Πως γεννήθηκε στο μυαλό σου η ιδέα  της πρώτης σου βιογραφίας  και ποια ήταν αυτή;

Εντελώς τυχαία. Όπως σου είπα  πριν, εκείνη  που έβαλε την υπογραφή της, για να γίνει το πρώτο βιβλίο,  ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη   και  ήταν ένα λεύκωμα  στην ουσία, που μέσα βεβαίως είχε και κείμενα και περιείχε όλη της την πορεία με πάρα πολύ σπάνιο φωτογραφικό υλικό. Μετά ακολούθησε η Ρένα Βλαχοπούλου νομίζω, ο Παπαμιχαήλ, ο Σακελλάριος, η Καρέζη. Άρχισαν οι εκδοτικοί να μου ζητάνε από μόνοι τους να ασχοληθώ με αυτό και το θεώρησα κι ως ,αν θέλεις, υποχρέωσή μου. Βέβαια ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό μου, πως εγώ θα είμαι πια ο βιογράφος των σταρς με τα χρόνια, που θα περάσουν και πως θα ασχοληθώ και με τις βιογραφίες των μεγάλων ηθοποιών του θεάτρου. Αυτό ήταν για μένα το πανεπιστήμιό μου, γιατί πραγματικά, για να γράψω τη βιογραφία της Κοτοπούλη, της Κυβέλης και της Παξινού ή του Βεάκη μπήκα και διάβασα όλη την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, γιατί εκείνα τα πρόσωπα του θεάτρου ήταν άρρηκτα δεμένα όχι μόνο με τον Πολιτισμό, αλλά και με τα πολιτικά γεγονότα εκείνων των χρόνων, δεν ξεχνάω, πως η Κυβέλη ήταν η σύζυγος του Παπανδρέου και η Κοτοπούλη ήταν η μεγάλη ερωτική σχέση του Δραγούμη. Οπότε έπρεπε να μπω και να διαβάσω όλη την ιστορία . Ήταν για μένα λοιπόν μεγάλο πανεπιστήμιο αυτό. Σήμερα έχω ξεπεράσει τα πενήντα βιβλία, τα οποία έχουν πουλήσει περίπου τρία εκατομμύρια αντίτυπα και κάποιος το ακούει αυτό και θα πει ο Δελαπόρτας είναι πάρα πολύ πλούσιος.

Μάκη είσαι ικανοποιημένος από τις απολαβές της δουλειάς σου; ο κόπος σου ανταμείφθηκε, έχεις κερδίσει χρήματα, που έχουν εξασφαλίσει το μέλλον σου;

Όχι ο Δελαπόρτας δεν έχει λύσει το οικονομικό του πρόβλημα, ενώ σε μια άλλη χώρα σίγουρα θα μπορούσαν να ζήσουν και τα δισέγγονά μου κι αυτό το λέω, γιατί τα τρία εκατομμύρια αντίτυπα έχουν περάσει και μέσα από τις εφημερίδες, που οι εφημερίδες πουλάνε χιλιάδες αντίτυπα και έτσι οι βιογραφίες αυτές πέρασαν σε πάρα πολλά σπίτια. Ήταν το ζητούμενό μου η συνεργασία μου με τις μεγάλες εφημερίδες  Καθημερινή και Βήμα, προκειμένου να περάσουν οι βιογραφίες στο μεγάλο κοινό, γιατί σε ένα σπίτι θα το διαβάσει και ο παππούς, αλλά και ο εγγονός και το νέο παιδί.

Μάκης Δελαπόρτας – Μαίρη Λίντα

ΤΟ ΒΗΜΑ της Κυριακής” και η “ Καθημερινή” , όπως είπες, έδωσαν την ευκαιρία στους αναγνώστες τους να απολαύσουν βιογραφίες αγαπημένων πρωταγωνιστών του ελληνικού κινηματογράφου δια χειρός Μάκη Δελαπόρτα. Πως προέκυψε αυτή η συνεργασία με τις συγκεκριμένες εφημερίδες, σε προσέγγισαν οι ίδιες;

Ναι οι ίδιοι και δέχτηκα με πολύ χαρά την πρόταση, δεν το σκέφτηκα καθόλου και θεωρώ, πως ένα βιβλίο, αν έχει κάνει τον κύκλο του, μπορεί να μπει σε μια εφημερίδα, σε μια εφημερίδα όμως κύρους με αναγνώστες, που πραγματικά έχουν ένα επίπεδο, που καταλαβαίνουν τι διαβάζουν, γιατί εμένα με ενδιαφέρουν και αυτοί οι αναγνώστες και να  κυκλοφορήσουν τα βιβλία μου μέσα από μια εφημερίδα στο ευρύ κοινό.

Στις βιογραφίες σου ο αναγνώστης θα συναντήσει πιπεράτες ιστορίες και μυστικά των πρωταγωνιστών ή τα έχεις αποφύγει λόγω προστασίας της υστεροφημίας τους;

Όχι, έχω πάρα πολλά γεγονότα και  πολύ χαριτωμένα  και πιπεράτα και διασκεδαστικά και  συγκινητικά και κάποιες φορές και θλιβερά, έχει τα πάντα μέσα, απλά ισορροπώ κάποιες ιστορίες και είναι, ότι δεν τα βλέπω με τη ματιά της κλειδαρότρυπας. Αυτό τα λέει όλα, νομίζω, πως περνάω πολλά πράγματα μέσα και πολλά στοιχεία για το χαρακτήρα τους και για την προσωπική τους ζωή, χωρίς όμως να τα υπογραμμίσω με ένα κίτρινο τρόπο.

Από  όλα τα βιβλία σου ποιο ήταν αυτό, που συγκέντρωσε περισσότερο το ενδιαφέρον του κόσμου και σημείωσε τις περισσότερες πωλήσεις;

Ήταν τρία-τέσσερα βιβλία, που πραγματικά ήταν πάρα πολύ εμπορικά, όπως ήταν της Αλίκης, της Ρένας, του Βέγγου, νομίζω,  ότι ήταν του Αλέκου Σακελλάριου, αν θυμάμαι καλά, νομίζω και του Νίκου Κούρκουλου.

Αλίκη Βουγιουκλάκη, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Άννα Καλουτά, Φρέντυ Γερμανός, Ντίνος Ηλιόπουλος, Τζένη Καρέζη, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ενδιαφέρουσες προσωπικότητες αυτοί οι πρωταγωνιστές των βιβλίων σου. Με ποιο επίθετο θα απέδιδες το κύριο χαρακτηριστικό του χαρακτήρα τους και έτσι, όπως  εσύ τους έζησες, ποιο ήταν το βασικό τους  ελάττωμα και προτέρημα;

Υπήρχαν πάρα πολλά ελαττώματα σε αυτούς τους ανθρώπους. Πρώτα- πρώτα  δεν ήταν άνθρωποι, που μπορούσε ο οποιοσδήποτε εύκολα να τους πλησιάσει, γιατί δεν  ήταν άνθρωποι  εύκολοι στην πρόσβαση, ήταν πολύ δύσκολοι στις επιλογές τους. Φυσικά πάρα πολλοί από αυτούς είχαν και πάθη  και ελαττώματα και διάφορα  τέλος πάντων προσωπικά προβλήματα ο καθένας. Ωστόσο στις βιογραφίες μου εκείνο, που ήθελα εγώ να αποτυπώσω, γιατί κατέγραψα τις ζωές όλων αυτών μέσα από μια καθαρή ματιά μεγαλύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος και λιγότερο κλειδαρότρυπας. Θέλησα λοιπόν  να καταγράψω τις ζωές τους τονίζοντας και κάποιες φορές και κάποια ελαττώματα, κάποια πάθη τους, κάποιες αδυναμίες τους, αλλά εκείνο, που με ενδιέφερε είναι, ότι  όλοι αυτοί οι άνθρωποι άφησαν τον πολιτισμό τους σε μας, άφησαν το πολιτιστικό τους έργο κι αυτό είναι το πολύ σημαντικό. Μετά από εκατό χρόνια, που δεν θα υπάρχει κανείς από εμάς, αυτά τα βιβλία  θα υπάρχουν και αυτοί οι πολύ σπουδαίοι άνθρωποι  και  καλλιτέχνες πραγματικά θα υπάρχουν. Εκείνο, που ενδιαφέρει τις επόμενες γενιές, δεν θα ήταν τελικά ως κουτσομπολιό με ποιους κοιμήθηκαν, τι μίση είχαν, τι πάθη και όλα αυτά, αλλά η δική τους προσφορά και το έργο τους. Το προτέρημά τους ήταν, ότι ήταν άνθρωποι χαρισματικοί, ξεχωριστοί και αστέρια πρώτου μεγέθους, γιατί, αν δε γεννηθείς αστέρι, η ζωή πως περιμένεις να στα φέρει; πιστεύω λοιπόν σε αυτό στο ότι αυτοί οι άνθρωποι γεννήθηκαν αστέρια κι εγώ αισθάνομαι πολύ τυχερός, που βρέθηκα δίπλα σε αυτά τα αστέρια και συναναστράφηκα μαζί τους, έζησα μαζί τους. Αυτό λοιπόν  ήταν το κύριο χαρακτηριστικό, που πάντα θαύμαζα σε αυτούς από την επαφή μου και τη συνεργασία μου μαζί τους και θα τους κουβαλώ πάντα στην καρδιά μου, ήταν ένα κομμάτι της ζωής μου όλοι αυτοί οι άνθρωποι και ως υποχρέωση πια έχω να ταξιδέψω τη ζωή τους, την πορεία τους και την καριέρα τους και στις επόμενες γενιές, που θα έρθουν,  μέσα από τα βιβλία μου και μέσα από ένα μουσείο για τον ελληνικό κινηματογράφο, που έχουμε ξεκινήσει να το δημιουργούμε, να το πραγματοποιούμε στο Ελληνικό, στις νέες εγκαταστάσεις του Ελληνικού με το Δήμαρχο το Γιάννη τον Κωνσταντάτο.

Μάκης Δελαπόρτας – Ζωζώ Σαπουντζάκη

Πάρα πολύ σπουδαία η δημιουργία του Μουσείου του Ελληνικού Κινηματογράφου στο Ελληνικό σε συνεργασία με το Δήμο. Εκεί θα στεγάσεις λοιπόν όλα αυτά τα λάφυρα της συλλογής σου και θα είναι μια σημαντική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές, που θα έχουν την ευκαιρία με τον τρόπο αυτό να γνωρίσουν προσωπικότητες του πολιτισμού και της Τέχνης. Πόσο σημαντική αυτή η πρωτοβουλία σου, που  δίνει σε σένα και σε όλους μας μια αίσθηση ικανοποίησης, ότι δεν θα πάει χαμένος ο κόπος τόσων χρόνων.

Ακριβώς αυτό. Με το Γιάννη τον Κωνσταντάτο μπαίνω και στη   διαδικασία για πρώτη φορά ή μάλλον για δεύτερη να κατέβω στις εκλογές μαζί του, γιατί θα ανήκω στο ψηφοδέλτιό του στην Αργυρούπολη και Ελληνικό, στην πόλη, που έχω ζήσει τόσα χρόνια και αγαπώ ιδιαίτερα και μακάρι να μπορώ να προσφέρω και πολιτιστικά στον τόπο μου.

Καλή επιτυχία να έχεις  και θα έχεις, πιστεύω, να προσφέρεις πάρα μα πάρα πολλά. Μάκη με ποια κριτήρια επιλέγεις τον πρωταγωνιστή μιας βιογραφίας;

Με το κριτήριο το  πως τον κουβαλάω στην καρδιά μου, στην ψυχή μου με αυτό το κριτήριο την αγάπη, που του έχω.

Υπήρξαν περιπτώσεις καλλιτεχνών, που οι ίδιοι σε πλησίασαν ζητώντας σου να γράψεις τη βιογραφία τους κι αν ναι έχεις αποδεχτεί όλες τις προτάσεις;

Μου έχουν προταθεί αρκετές  φορές να γράψω βιογραφίες για ανθρώπους, που δεν τους κουβαλάω μέσα μου και δεν το έκανα. Πρέπει για εκείνον, που θα ασχοληθώ με έναν τρόπο ή να τον θαυμάζω ή να τον κουβαλάω μέσα μου.

Αυτές οι εξέχουσες προσωπικότητες καλλιτεχνών, όταν κλείνουν τα φώτα της δημοσιότητας αποσύρονται στο καταφύγιό  τους μακριά από αδιάκριτα βλέμματα και από αυλικούς, που μόνο μέλημα είχαν να βρίσκονται δίπλα στην Καρέζη, τη Βουγιουκλάκη, τη Βλαχοπούλου. Εσύ είχες πάντα μια ξεχωριστή θέση στις ζωές τους, αφού εισέπρατταν το ειλικρινές σου ενδιαφέρον για τον άνθρωπο Τζένη, Αλίκη, Ρένα. Ήσουν κοντά σε αυτούς τους μοναχικούς ανθρώπους μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζήσης τους;

Εγώ έζησα κοντά τους σε κάποιους περισσότερο σε κάποιους λιγότερο, στη Ρένα, ας πούμε πολύ περισσότερο, γιατί της έκλεισα πραγματικά τα μάτια, ήμουνα ο γιος, που δεν είχε και για μένα ήταν η δεύτερη μητέρα μου. Κοίταξε να δεις, πρώτα από όλα εγώ δεν υπήρξα ποτέ αυλικός σε κανέναν από όλους αυτούς, γιατί  δεν εκτιμούσε  κανένας από αυτούς τους αυλικούς, ούτε τους κόλακες. Μπορεί να άκουγαν κάποια καλά λόγια, αλλά κανένας στην ουσία δεν τους εκτιμούσε. Εκείνη, που ήταν εντελώς αντι-σταρ, ήταν η Ρένα Βλαχοπούλου, βεβαίως δεν ήθελε, ούτε να της λες τα καλά, ούτε να της υπογραμμίζεις το ταλέντο της, τίποτα. Έλεγε, εγώ κάνω αυτό, που κάνω κι απορώ, γιατί γελάνε μαζί μου, εγώ κάνω τον εαυτό μου κι εκεί ήταν το μεγαλείο του ταλέντου της. Ο Ντίνος Ηλιόπουλος πάλι μου έλεγε, εμένα Μάκη με συγκρίνουν με  τον Fred Astaire και τον Buster Keaton κι εγώ ούτε χορεύω καλά, ούτε τραγουδάω καλά, γιατί μου το λένε; κι όμως είχε τον αέρα, αυτό το star  quality   χωρίς να είναι βεβαίως ούτε ο άρτιος χορευτής, ούτε ο άρτιος τραγουδιστής.

Υπήρξαν λοιπόν πολλοί  καλλιτέχνες, που σου  εμπιστεύτηκαν την υστεροφημία τους. Υπήρξαν και κάποιοι αρνητικοί, που δεν σου έδωσαν αυτή την ευκαιρία;

Ναι υπήρξαν, αλλά μη φανταστείς, ότι ήταν πολλοί. Είχα ξεκινήσει να γράφω τη βιογραφία του Τόλη Βοσκόπουλου και δυστυχώς ο Τόλης δεν τα βρήκε οικονομικά με την εκδοτική εταιρεία και η βιογραφία  έμεινε στη μέση. Αυτό ήταν το μόνο, που θυμάμαι, ότι δεν είχε ολοκληρωθεί και πραγματοποιηθεί. Από κει και πέρα νομίζω για εκείνους, που ήθελα να γράψω, το έχω κάνει.

Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψεις να σε ρωτήσω,  γιατί μου γεννήθηκε αυτή τη στιγμή η απορία και νομίζω και των αναγνωστών μας, αν ο βιογράφος αμείβεται από τις πωλήσεις των βιβλίων, όπως κάθε συγγραφέας ή υπάρχουν οικονομικές συμφωνίες με τον καλλιτέχνη της κάθε βιογραφίας;

Όχι, πληρώνεται από τις πωλήσεις, οι οποίες δεν είναι τεράστιες, γιατί οι βιογραφίες στην Ελλάδα δεν κάνουν τις τεράστιες πωλήσεις, ωστόσο μπορείς να ζεις αξιοπρεπώς γράφοντας κάποια τέτοια βιβλία, τίποτα άλλο όμως.

Μάκης Δελαπόρτας- Αλίκη Βουγιουκλακη- Ρένα Βλαχοπουλου

 Έχεις στα άμεσα μελλοντικά σου σχέδια κάποιες άλλες βιογραφίες, που θα συμπλήρωναν ενδεχομένως το παζλ;

Μια σειρά ακόμη από βιογραφίες, που θα ήθελα, για να ολοκληρωθεί αυτός ο κύκλος είναι πέντε- έξι ακόμα σπουδαίοι ηθοποιοί, που πραγματικά θα με ενδιέφεραν. Αυτοί είναι ο Λογοθετίδης, η Νοταρά, ο Ρίζος, ο Ορέστης Μακρής, ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Νίκος Σταυρίδης, η Μαίρη Χρονοπούλου, που έχω ήδη ξεκινήσει και γράφω για κείνη και έχω μια συμπάθεια και αγάπη στην Έλενα Ναθαναήλ, που δεν έχει γίνει κάτι ποτέ για κείνη και θα ήθελα να το κάνω. Επίσης στα σκαριά έχω και τη βιογραφία του Δάκη, που μου άφησε όλο το αρχειακό του υλικό λέγοντάς μου, Μάκη κάνε ό,τι νομίζεις εσύ για μένα, όταν πια εγώ δεν θα υπάρχω στη ζωή. Με το Δάκη υπήρξα και πολύ στενός φίλος. Αυτά είναι, που έχω μπροστά μου, ως σχέδια να πω, ως πλάνα, τα οποία θα ήθελα κι εύχομαι να είμαι καλά, για να μπορώ να τα πραγματοποιήσω.

Οι βιογραφίες ιδανικά  πότε πρέπει να γράφονται, απαραίτητα  μετά θάνατον των πρωταγωνιστών  ή και όταν είναι  εν ζωή;

Αναμφίβολα όταν είναι εν ζωή, ε τώρα αν δεν έχει συμβεί αυτό, συμβαίνει μετά θάνατον κι αν υπάρχει κάποιος, που ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με τον καλλιτέχνη αυτόν και  δεν υπάρχει λόγος, όταν έχει κάποιος να πει κάτι και να περάσει μηνύματα μέσα από μια πολύ ενδιαφέρουσα ζωή, πρέπει να το κάνει. Πρόσφατα διάβασα, ότι στο εξωτερικό τώρα γράφει τη βιογραφία του ο Μπραντ Πιτ, που είναι ένας νέος άνθρωπος, που δεν έχει ολοκληρώσει την καριέρα του, αλλά μπορεί να έχει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα να πει και η βιογραφία του να γίνει. Άλλωστε μην ξεχνάμε, πως η πρώτη βιογραφία της Αλίκης έγινε το 1961, η Αλίκη σε ηλικία ούτε τριάντα χρόνων, που έγραψε το “ Εδώ Αλίκη”. Θέλω να πω, πως δεν είναι απαραίτητο ολοκληρώνοντας την καριέρα του κάποιος ή τη ζωή του να πρέπει να γίνει η βιογραφία του.

Στην Ελλάδα η αναγνώριση έρχεται συνήθως μετά θάνατον. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι μια βιογραφία είναι και η αναγνώριση του καλλιτέχνη;

Νομίζω, πως έρχεται ως επισφράγισμα μιας μεγάλης και σπουδαίας διαδρομής. Δεν ξέρω, αν είναι η αναγνώριση, σίγουρα είναι συν σε μια πολύ ωραία καριέρα και σε μια πολύ ωραία πορεία. Την αναγνώριση τη δίνει το κοινό περνώντας τα χρόνια, γιατί κανένας από αυτούς τους πολύ σπουδαίους  ηθοποιούς δεν έφυγαν με τη χαρά, πως έκαναν κάτι πολύ σπουδαίο στη ζωή τους και οι  περισσότεροι έφυγαν έτσι με μια, αν θέλεις, θλίψη, ότι προς το τέλος παραγκωνίστηκαν, μπήκαν στην άκρη, ότι δεν έτυχαν και  πολύ μεγάλης αναγνώρισης από το κοινό  ακόμη όμως και από την Πολιτεία και από τους συναδέλφους τους. Αυτό στο λέω ξέροντας, ότι έχω βιώσει δίπλα στους σπουδαίους αυτούς ανθρώπους δύσκολες καταστάσεις.

Ποιοι συγγραφείς και βιογράφοι και σε παγκόσμιο ακόμα  επίπεδο αποτέλεσαν  το δικό σου πρότυπο, που επηρέασαν ενδεχομένως το δικό σου τρόπο γραφής και που βάδισες στα δικά τους χνάρια;

Κανένας. Ο δικός μου τρόπος γραφής είναι καθαρά δικός μου, η δική μου συνταγή δεν έχει να κάνει με κανένα  copyright  έτσι κι αλλιώς αλλουνού, ο τρόπος, που γράφω, είναι ο τρόπος, που μπαίνω στη ζωή ενός ανθρώπου σταχυολογώντας και επιλέγοντας πράγματα, που πρέπει να πω ή πράγματα, που δεν θα έπρεπε να πω, που θα έπρεπε να  τα αποσιωπήσω, να μην τα αναφέρω καν. Δεν μου αρέσει μέσα από μια βιογραφία να απομυθοποιώ την αξία ενός ανθρώπου, ενός καλλιτέχνη και γι΄αυτό νομίζω, πως έχω κάνει πενήντα βιβλία και δεν έχω κάνει πέντε.

Μάκης Δελαπόρτας-Ντίνος Ηλιόπουλος

Πόσος χρόνος  σου χρειάζεται, για να ολοκληρώσεις μια βιογραφία;

Κάνοντας μια έρευνα αρκετός χρόνος. Αν γράφεις από το πρωί ως το βράδυ, σχίζεις, πετάς, γιατί εγώ γράφω μόνο σε χαρτί με στυλό, δεν γράφω σε κομπιούτερ και επίσης κάτι άλλο γράφω μόνο με κλειστά παράθυρα και παντζούρια, δεν θέλω φως, δεν μπορώ δηλαδή να με βάλεις σε μια παραλία και  να γράψω, αποκλείεται. Θέλω μια απομόνωση και χάνομαι στη ζωή κάποιου κάνοντας εικόνες μπροστά μου και περιγράφοντας πράγματα, σκηνές και εικόνες, που τις γεννώ, αλλά  μέσα από μια δική μου διαδικασία ή έχω τη δική μου, αν θες, συνταγή για τον τρόπο, που γράφω, αλλά και  για τον τρόπο, που γενικότερα μπαίνω στη ζωή ενός ανθρώπου.

Η δουλειά του συγγραφέα λοιπόν είναι μοναχική. Ο εγκλεισμός την περίοδο του κορονοιού ενδεχομένως να ήταν για σένα μια περίοδος παραγωγική. Ποιο ήταν το συγγραφικό έργο, που φώτισε αυτή τη   σκοτεινή περίοδο της ζωής σου;

Το συγγραφικό μου έργο ήταν  “Τα Backstage του ελληνικού κινηματογράφου”, γιατί εκεί στην καραντίνα μέσα στις γκρίζες εκείνες μέρες είπα, πως το επόμενο βιβλίο μου θέλω να είναι ένα χαμογελαστό και αισιόδοξο  βιβλίο, ένα βιβλίο, που θα διαβάζει ο άλλος και θα ταξιδεύει και θα είναι εύπεπτο κι όλα αυτά. Τότε ανασκάλεψα κάποιες παλιές μου σημειώσεις, που είχα, με τα backstage του ελληνικού κινηματογράφου με σκηνές, με ιστορίες πίσω από την κάμερα. Έτσι λοιπόν σταχυολόγησα αυτές τις ιστορίες και γεννήθηκε  αυτό το βιβλίο, γιατί αυτό το βιβλίο ήταν τα ξενύχτια μου όλα εκείνα, που έκανα, με την Αλίκη, τη Ρένα, τη Μάρθα, τη Χρονοπούλου, το Βουτσά, όλους αυτούς, τα βράδια, που πηγαίναμε και τρώγαμε μετά από το θέατρο, που άκουγα να λένε ιστορίες το πως γύρισαν εκείνη τη σκηνή, εκείνη την ταινία κι όλα αυτά. Εγώ, όταν πήγαινα σπίτι μου, αυτά τα έγραφα σε κάποια τετράδια και τα είχα κρυμμένα, ξεχασμένα ίσως. Επίσης με το Δαλιανίδη, όταν πηγαίναμε σπίτι του, που  μας καλούσε τα βράδια, μας έβαζε πάντα μια ταινία παλιά, που είχε να μας δείξει και να μας λέει ιστορίες για το πως γυρίστηκαν αυτές οι ταινίες. Εγώ, όταν πήγαινα λοιπόν σπίτι μου πάλι τα κατέγραφα όλα αυτά. Αυτό το βιβλίο λοιπόν είναι όλα εκείνα τα ξενύχτια μου, όλες οι συνευρέσεις μου με τους ηθοποιούς, με τους σκηνοθέτες, που μου έλεγαν ιστορίες πίσω από την κάμερα. Έτσι δημιουργήθηκε αυτό το βιβλίο.

Με τους θρύλους του ελληνικού κινηματογράφου είχες αναπτύξει σαφώς οικογενειακές σχέσεις και δεν είναι υπερβολή να το λέμε. Σου κληροδότησαν κάτι από την περιουσία τους;

Κανένας ποτέ και ούτε θα το ήθελα έτσι κι αλλιώς. Το μόνο, που μου έδιναν λίγο πριν φύγουν από τη ζωή ήταν τα αρχεία τους και κάποιοι το άφησαν και στις διαθήκες τους, τα αρχεία τους να μην πάνε στους δικούς τους, στα παιδιά τους, αλλά να έρθουν σε μένα, γιατί προφανώς, μάλλον ενδεχομένως ήξεραν, ότι εγώ θα τα αξιοποιούσα λίγο διαφορετικά και αυτό συνέβη σε πάρα πολλές περιπτώσεις, ακόμη και σε μουσικούς  σπουδαίους, όπως ο Κώστας Καπνίσης, η Ρένα, όπως κι άλλοι κι άλλοι πολλοί καλλιτέχνες θέλησαν το αρχείο τους να το αφήσουν σε μένα κι εγώ με τη σειρά μου αυτό το αρχείο θα το βάλω μέσα στο Μουσείο του ελληνικού κινηματογράφου, θα το δωρίσω εκεί, για να μείνει για πάντα.

Μπράβο σου! Μάκη  στα εφηβικά και νεανικά μυαλά πολλές φορές  ο θαυμασμός για κάποιο είδωλο αγγίζει τα όρια του πλατωνικού έρωτα. Ένιωσες ποτέ να τρέφεις τέτοιου είδους αισθήματα για κάποια πρωταγωνίστρια χωρίς ποτέ να της το εκφράσεις;

Πλατωνικά νομίζω, ότι ήμουν ερωτευμένος με την Αλίκη. Μου άρεσε ως γυναίκα, μου άρεσε η μυρωδιά της, μου άρεσε ο τρόπος, που φερόταν, που εκφραζόταν. Νομίζω υπήρξε ένας κρυφός έρωτας, να, το λέω για πρώτη φορά τώρα και σου έχω πει πάρα πολλά πράγματα, που τα είπα για πρώτη φορά πάντως και για τα οποία δεν έχουν ρωτήσει άλλοι κι έχεις κάνει και πάρα πολύ ωραία έρευνα, μπράβο σου.

Ευχαριστώ πολύ Μάκη μου. Υπάρχει άραγε η  σημερινή Αλίκη Βουγιουκλάκη, το αντίστοιχο φωτεινό πλάσμα της εποχής μας, που θα σε ενέπνεε στο να γράψεις τη βιογραφία της ; 

Όχι δεν με εμπνέει καμία. Θεωρώ, πως η Αλίκη ήταν ένα καλούπι, που έσπασε, δεν θα ξανασυναντήσουμε  τα επόμενα χρόνια μια τέτοια λαμπερή σταρ με τέτοια προσωπικότητα, μια γυναίκα αυτού του βεληνεκούς, ωστόσο υπάρχουν πολλοί καλοί ηθοποιοί  στο χώρο και γυναίκες και άντρες, απλά η εποχή δεν  τους μυθοποιεί πια, ζούμε στην εποχή της απομυθοποίησης. Οπότε αυτό δεν νομίζω, πως θα συμβεί τα επόμενα χρόνια και γι’ αυτό οι ηθοποιοί του ελληνικού κινηματογράφου περνώντας τα χρόνια μυθοποιούνται όλο και περισσότερο.

Είναι γνωστή η ανταγωνιστική σχέση  του ζευγαριού Αλίκης Βουγιουκλάκη -Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Θέλω να σε ρωτήσω, η κόντρα Καρέζη -Βουγιουκλάκη ήταν πραγματική; υπάρχουν  ίσως άγνωστες κόντρες μεταξύ πρωταγωνιστών, που δεν είδαν ποτέ στο φως της δημοσιότητας;

Υπήρχαν κόντρες καλλιτεχνικές, αν θέλεις, αλλά υπήρχε και μια ευγενής άμιλλα, που δεν ξέρω, αν υπάρχει  στους σημερινούς ηθοποιούς. Αυτοί οι άνθρωποι πάλευαν να είναι ο ένας καλύτερος από τον άλλον, η Αλίκη να κάνει μια καλύτερη ταινία από την Καρέζη, η Καρέζη να κάνει ένα καλύτερο θεατρικό, ας πούμε, από τη Μαίρη Αρώνη. Θέλω να πω υπήρχαν τέτοιοι  ανταγωνισμοί σε εισαγωγικά, υπήρχε αγάπη μεταξύ τους, αυτό το έχω ζήσει εγώ ζώντας δίπλα τους, γιατί,  η Αλίκη, όταν  πέθανε η Καρέζη είχε συγκλονιστεί, θυμάμαι μέσα  στο καμαρίνι κι έκλαιγε γοερά  πραγματικά. Η Ρένα, όταν έφευγε κάποιος από τους μεγάλους κωμικούς, σπάραζε στο κλάμα, δηλαδή ήταν άνθρωποι, που είχαν ένα δέσιμο μεταξύ τους, ήταν καθημερινά στα γυρίσματα μαζί, καθημερινά στα θέατρα μαζί, είχαν μια άλλη επαφή κάτι, που δεν υπάρχει σήμερα. Δεν ήταν  φίλοι της μιας σεζόν, όπως σήμερα οι άνθρωποι του θεάτρου. Εγώ και βάζω τον εαυτό μου σε αυτό έχω πληγωθεί πολλές φορές, γιατί ως πάρα πολύ ρομαντικός και πάρα πολύ συναισθηματικός κάνοντας δουλειές στο θέατρο θεωρούσα, πως εφόσον στο καμαρίνι ήμασταν πάρα πολύ καλά και περνάμε όμορφα και βγαίναμε και έξω εκείνη την περίοδο,  που παίζαμε, ότι αυτό θα συνεχιστεί και δεν συνεχιζόταν και μένα με στεναχωρούσε αυτό, αλλά κάποια στιγμή το πήρα απόφαση, πως είναι η δουλειά μας, αγαπιόμαστε, αλλά δεν θα βρισκόμασταν την επόμενη σεζόν κάτι το οποίο εμένα βέβαια με πλήγωνε, αλλά όποτε βρισκόμασταν θα ήταν σαν να μην  είχε περάσει μια μέρα. Αυτό συμβαίνει σήμερα, τρέχει η ζωή μας με τέτοιους  ρυθμούς, που δεν προλαβαίνεις ούτε φιλίες ουσιαστικές να κάνεις.

Μάκης Δελαπόρτας

 Μέσα από τις βιογραφίες σου  ταυτίζεσαι με τους πρωταγωνιστές ήρωές σου;  νιώθεις σαν να έχεις ζήσει πολλές ζωές;

Εννοείται, εννοείται  και γι΄αυτό η απομόνωσή μου και η μοναχικότητα δεν με πνίγει, γιατί μέσα από αυτήν εγώ ζω υπέροχες καταστάσεις και μοναδικές ιστορίες, δηλαδή είναι σαν να ζω εγώ. Όταν καταγράφεις, ας πούμε, ένα περιστατικό το ζεις κι εγώ έχω ζήσει πάρα πολλά τέτοια περιστατικά, πριν τα γράψω.

Οι απόψεις διίστανται για το αν η βιογραφία αποτελεί λογοτεχνικό είδος ή όχι και άλλοι θεωρούν, ότι η βιογραφία πρέπει να ενταχθεί στη λογοτεχνία και άλλοι τη χαρακτηρίζουν ως ένα ιστορικό, μη λογοτεχνικό είδος, που προσεγγίζει περισσότερο την επιστημονική μελέτη. Εσύ με ποιους τάσσεσαι περισσότερο, ποια είναι η δικιά σου άποψη;

Πραγματικά δεν με ενδιαφέρει, που τοποθετείται μια συγγραφή μιας βιογραφίας. Εγώ κάνω αυτό, που κάνω, έχω τη δική μου συνταγή, το δικό μου τρόπο γραψίματος, ο οποίος,  για να έχω κάνει τόσα βιβλία  μάλλον αρέσει και υπάρχει ένα κοινό, που διαβάζει εύκολα τις βιογραφίες αυτές, γιατί κακά τα ψέματα, η βιογραφία δεν πρέπει να είναι ένα δύσκολο ανάγνωσμα, πρέπει να είναι εύπεπτο, όμως να  περνάει στοιχεία σίγουρα λογοτεχνικά και έρευνας. Είναι λοιπόν ένα πάντρεμα αυτό, το οποίο δεν μπορώ να το τοποθετήσω κάπου, αλλά πραγματικά δεν με ενδιαφέρει γι’ αυτό.   

”Ξέρω κάποια αστέρια” θα μπορούσαμε να πούμε, ότι το συγκεκριμένο βιβλίο είναι η αυτοβιογραφία σου; Αν ήθελες να αναθέσεις την αυτοβιογραφία σου σε κάποιον άλλο βιογράφο, ποιος θα ήταν αυτός, που πιστεύεις, ότι  γνωρίζει πολύ καλά το Μάκη Δελαπόρτα και άγνωστες πτυχές της ζωής του, για να αποτυπώσει στο χαρτί   επιτυχώς την  προσωπικότητά σου;

Νομίζω, πως ακόμη δεν έχει βρεθεί κανείς. Σίγουρα το  “Ξέρω κάποια αστέρια”, που κυκλοφόρησε από την “Άγκυρα” το 2014-15 νομίζω, είναι μια πρώτη προσέγγιση μιας αυτοβιογραφίας, ας το πούμε έτσι, χωρίς να αναφέρω στοιχεία της προσωπικής μου ζωής, κάτι το οποίο νομίζω, πως δεν ενδιαφέρει τον κόσμο και δεν θα έπρεπε να τον ενδιαφέρει. Εκείνο, που καταγράφει αυτό το βιβλίο, είναι, ότι πώς από παιδί αγάπησα αυτούς τους ηθοποιούς το πώς τους προσέγγισα, το πως έγινε πράξη όλο αυτό, που έχω μέχρι σήμερα καταφέρει, αυτό. Δεν ξέρω, αν θα υπάρξει κι άλλη βιογραφία, αυτοβιογραφία αργότερα από μένα τον ίδιο, αλλά εγώ θα ήθελα ο επόμενος Δελαπόρτας να μην είναι αυτός, που θα ασχοληθεί με μένα, αλλά να ασχοληθεί με αυτό το πολύ σπουδαίο υλικό, που έχουν αφήσει όλοι αυτοί οι άνθρωποι εδώ κι έναν αιώνα περίπου, περισσότερο από ένα αιώνα πια στο χώρο της τέχνης, του θεάτρου και του κινηματογράφου και αυτό το υλικό, που τουλάχιστον θα μπει και θα μείνει σε ένα Μουσείο, θα το πάει πιο πέρα, αυτό θα ήθελα να συμβεί τα επόμενα χρόνια. Θέλω να πιστεύω, πως θα είμαι καλά, για να πραγματοποιηθεί όλο αυτό, το Μουσείο για τον ελληνικό κινηματογράφο, να έχουμε τη χαρά να το δούμε να πραγματοποιείται. Εξάλλου βρισκόμαστε  αυτή τη στιγμή στις διαδικασίες να συμβεί, οπότε είναι για μένα το ζητούμενο, μετά από μένα να βρεθεί ο επόμενος Δελαπόρτας, ο οποίος θα αγαπήσει πραγματικά αυτό το υλικό, θα το σπουδάσει και θα το μεταφέρει στις επόμενες γενιές.

Το υλικό των βιογραφιών σου πιστεύεις, ότι θα μπορούσε να αποτελέσει τον καμβά μιας τηλεοπτικής εκπομπής υψηλής κουλτούρας και τηλεθέασης θεωρώ, της οποίας εσύ θα ήσουν ο κεντρικός  παρουσιαστής ενδεχομένως δίδυμο με κάποια ηθοποιό, όπου μαζί  θα διαβάζατε για τους τηλεθεατές αποσπάσματα των βιβλίων σου και θα τα σχολιάζατε; έχεις δεχτεί ανάλογη πρόταση από τηλεοπτικό κανάλι ή έχεις σκεφτεί εσύ ο ίδιος να προτείνεις κάτι τέτοιο;

Είσαι to the point, γιατί είναι η εποχή, που συζητάω με ένα μεγάλο κανάλι για μια τέτοιου είδους εκπομπή, που όμως δεν θα είναι αυτό, που είπες, δεν θα διαβάζουμε δηλαδή αποσπάσματα από τα βιβλία μου, ,αλλά κάτι πολύ ιδιαίτερο, αφιερώματα στις ζωές αυτών των πολύ  σπουδαίων ανθρώπων, αλλά μέσα από ένα  δικό μου υλικό και μέσα από ένα δικό μου τρόπο, αλλά ας το αφήσουμε λίγο αυτό στο χρόνο, για να δείξει πόσο μπορεί να συμβεί, γιατί έχω μια πολύ συγκεκριμένη άποψη για τον τρόπο, που ήθελα εγώ να κάνω μια εκπομπή και δεν θα δεχτώ εύκολα το να συμβεί κάτι, που να είναι περισσότερο για εμπορικούς λόγους παρά για καλλιτεχνική  δική μου, ας πούμε, ικανοποίηση. Θα ήθελα καλλιτεχνικά αυτή η εκπομπή να είναι άψογη, να είναι όμως η εκπομπή του Μάκη Δελαπόρτα και να κουβαλάει τη δική του αύρα, ας το πω  έτσι.

Είσαι σε συζητήσεις με το συγκεκριμένο κανάλι, έχετε καταλήξει κάπου, είναι κάτι ανακοινώσιμο;

Είμαστε σε μια φάση, που συζητάμε, δεν είναι κάτι ανακοινώσιμο ακόμα, απλά βρίσκομαι σε μια τέλος πάντων επαφή γι΄ αυτό, που μου είπες. Σε όποιες εκπομπές πηγαίνω, μου λένε οι παρουσιαστές, Μάκη κάνεις νούμερα και θεωρώ, ότι δεν έχει να κάνει μόνο με το πρόσωπό μου, με το αν είναι συμπαθητικό και με το αν τα λέω καλά, νομίζω, πως έχει να κάνει με όλη αυτή την εποχή, με όλους αυτούς τους ανθρώπους, που αγαπάει πολύ ο κόσμος και θέλει να μαθαίνει πράγματα γι΄αυτούς.

Μάκης Δελαπόρτας – Κατερίνα Γιουλάκη

Σίγουρα, γράφεις όμως και στην κάμερα πάρα πολύ ωραία και ειλικρινά θα το χαρώ πολύ να συμβεί κάτι τέτοιο και να υλοποιηθεί αυτή η τηλεοπτική εκπομπή. Μάκη έχεις στα χέρια σου ένα σπάνιο υλικό πολιτιστικής παρακαταθήκης, που θα μπορούσε να περάσει τα ελληνικά σύνορα και να αποτελέσει ενδιαφέρον για συλλέκτες ανά τον κόσμο. Έχεις δεχτεί ανάλογες κρούσεις κι αν όχι θα ήταν μέσα στα μελλοντικά σου σχέδια κάτι τέτοιο;

Κοίταξε να δεις, πέρα από τους Έλληνες της διασποράς και τον απόδημο ελληνισμό, που πρόσφατα με τίμησαν στο Λος Άντζελες με υπέροχες βραδιές πολύ συγκινητικές κι εκεί κατάλαβα τελικά, πως η καρδιά της Ελλάδας χτυπάει και στο εξωτερικό.  Από κει και πέρα όμως το να κάνω κάποιες αφιερωματικές βραδιές, παραστάσεις, είτε κάποιες τιμητικές βραδιές σε όλο τον κόσμο  για το ελληνικό σινεμά ναι αυτό θα με ενδιέφερε, είμαι ανοιχτός σε τέτοιες προτάσεις, όπως έγινε με το Λος Άντζελες, που έγινε από το ελληνικό προξενείο και την ελληνική βιβλιοθήκη του Λος Άντζελες.

Είσαι  ο διάσημος  βιογράφος μεγάλων ονομάτων της εγχώριας showbiz. Στα σχέδιά σου θα ήταν να επεκταθείς εκτός ελληνικών συνόρων και να γίνεις  ο βιογράφος και κάποιων   ξένων celebrities;  δεν θα  φλέρταρες με την ιδέα της συγγραφής της βιογραφίας  ενός ξένου ηθοποιού, τον οποίο θεωρείς κορυφαίο;

Με ρώτησαν κάποιοι, αν θα έκανα τη βιογραφία κάποιου  σταρ του Χόλιγουντ κι απάντησα, ότι δεν με ενδιαφέρει αυτό, γιατί δεν τον κουβαλάω αυτόν τον άνθρωπο μέσα μου. Θα με ενδιέφερε μόνο, αν θες, οικονομικά αυτό. Όχι, όχι δεν με ενδιαφέρει και νομίζω, πως σε αυτή τη ζωή δεν θα το προλάβω αυτό. Πρέπει να κλείσει ο κύκλος εδώ των μεγάλων Ελλήνων ηθοποιών, εφόσον έχει γίνει και σκοπός ζωής δικός μου και από κει και πέρα  από αυτό εντάξει νομίζω, πως υπάρχουν οι αντίστοιχοι βιογράφοι στο εξωτερικό. Βέβαια θα πρέπει να γραφτώ στο βιβλίο Γκίνες, γιατί πενήντα βιογραφίες δεν ξέρω, αν έχει κάνει άλλος βιογράφος ανά τον κόσμο.

Από τους  Έλληνες ηθοποιούς τους νεότερους υπάρχει κάποιος, που θαυμάζεις και θα ήθελες να γράψεις τη βιογραφία του;

Από τη νεότερη γενιά του ελληνικού κινηματογράφου εκτιμώ ιδιαίτερα το Γρηγόρη Βαλτινό, την Κάτια Δανδουλάκη και ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει και η ζωή της Μιμής Ντενίση.

Εκείνη τη χρυσή  εποχή του κινηματογράφου υπήρξαν κακοποιητικές συμπεριφορές και περιστατικά βίας φτασμένων ηθοποιών σε νεότερους; υπήρχε κατάχρηση εξουσίας ή είναι μόνο φαινόμενο της εποχής μας;

Νομίζω, πως πάντα θα υπήρχαν και κάποιες κακοποιητικές συμπεριφορές από κάποιους καλλιτέχνες, δεν ξέρω όμως, αν είχαν αγγίξει τα όρια των βιασμών, των πολύ τραβηγμένων περιστατικών, που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία χρόνια, αυτό δεν το ξέρω. Σίγουρα υπήρχαν σκληροί άνθρωποι, υπήρχαν άνθρωποι αυταρχικοί, αλλά δεν είχα ακούσει ακραίες τέτοιου είδους περιπτώσεις.

Εκείνη την εποχή πως ήταν οι αμοιβές των καλλιτεχνών; υπήρξαν ηθοποιοί, που πέθαναν στο δρόμο, αφού τότε δεν  υπήρχε το σπίτι του ηθοποιού, για να τους στεγάσει;

Σίγουρα, πάντα υπάρχουν και υπήρξαν τέτοιες περιπτώσεις, άνθρωποι και καλλιτέχνες, που δεν κατάφεραν στη ζωή τους να κάνουν , αυτό, που λέμε, το κουμάντο τους και έφυγαν ξεχασμένοι και παραγκωνισμένοι. Αυτό υπήρχε και θα υπάρχει, νομίζω, πως δεν θα πάψει να υπάρχει, έχει να κάνει όμως με το πως εσύ διαχειρίζεσαι τα οικονομικά σου την εποχή της επιτυχίας σου και με το πως εσύ τοποθετείς τον εαυτό σου μέσα σε αυτό το χώρο κι έχει να κάνει καθαρά με προσωπικές επιλογές αυτό.

Είσαι ηθοποιός, συγγραφέας, δισκογραφικός παραγωγός. Η αγάπη σου για τον ελληνικό κινηματογράφο αποτέλεσε την έμπνευση, που σε οδήγησε το 1989 να ασχοληθείς με τη δισκογραφία ως δισκογραφικός παραγωγός και να επιμεληθείς περισσότερους από 300 δίσκους σώζοντας και καταγράφοντας σημαντικά soundtack  μεγάλων Ελλήνων συνθετών. Σε αυτή την περίπτωση μπορούμε να πούμε, ότι το χόμπυ σου έγινε επαγγελματική ενασχόληση, που σε αντιπροσωπεύει περισσότερο και που γι αυτήν θα έλεγες τη φράση “όταν η δουλειά γίνεται απόλαυση”; 

Ακριβώς έτσι είναι. Αισθάνομαι πολύ τυχερός στη ζωή μου, γιατί το χόμπι μου το έκανα δουλειά, είτε έχει να κάνει με τη δισκογραφία του κινηματογράφου, γιατί αυτά, όπως σου ξαναείπα, έχουν να κάνουν με παιδική ηλικία, αυτά προέρχονται από κει. Εγώ, όταν πήγαινα πια κινηματογράφο και  με άφηνε ο κινηματογραφιστής να μπαίνω μέσα στον κινηματογράφο δωρεάν, γιατί είπε το παιδί δε χρειάζεται να σκαρφαλώνει στις μάντρες, ας έρχεται μέσα το παιδί, εγώ πήγαινα με ένα κασετοφωνάκι δίπλα στο ηχείο και μαγνητοφωνούσα  τραγούδια των ταινιών. Όταν μεγάλωσα κι έγιναν φίλοι μου και συνεργάτες ο Πλέσσας, ο Χατζηνάσιος, ο Σπανός, ο Κατσαρός, ο Καπνίσης όλοι αυτοί, τους ρώτησα, γιατί  δεν έβγαλαν τα  soundtack

ποτέ και μου είπαν , ότι  ήταν αντιεμπορικά εκείνη την εποχή. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η ιδέα να μαζέψω  τα  soundtack μέσα από εταιρείες παραγωγής μέσα από ηχολήπτες  μέσα από σκηνοθέτες, να μαζέψω όλο  αυτό το υλικό το μουσικό, το οποίο πραγματικά το πέταγαν, αυτά τα master tapes, που δεν τους ενδιέφεραν κι εγώ  πάρα πολλά δεν τα έσωσα και πάρα πολλά τα έσωσα  πραγματικά έχοντας σώσει πάνω από τριακόσια σημαντικά soundtack του σινεμά, τα οποία δεν έχουν βγει όλα, έχουν βγει τα εκατό. Οι υπόλοιποι δίσκοι είναι και με τραγούδια του σινεμά, που μου είπες, ότι έχω κάνει τριακόσιους δίσκους, έχω κάνει και προσωπικά άλμπουμ  σε πάρα πολλούς  ηθοποιούς, τραγουδιστές εκείνης της εποχής. Τέλος πάντων αυτό το υλικό υπάρχει ακόμα, το οποίο θα στεγαστεί στο μουσείο του ελληνικού κινηματογράφου και θα υπάρχει κι ένα παράρτημα, η μουσική  του ελληνικού κινηματογράφου και των soundtack. Θέλω  να πω ήταν μεγάλη εμπειρία και έχω υπέροχες αναμνήσεις από  συνεργασίες, που έκανα με τους σπουδαίους μουσικούς της εποχής, το Μάνο Χατζηδάκη, βεβαίως και με το Μίκη Θεοδωράκη, το Μαρκόπουλο, με όλους τους σπουδαίους έβγαλα soundtack, του Πλέσσα, του Χατζηνάσιου, του Σπανού, του Κατσαρού, του Καπνίση, του Θεοδοσιάδη, πολλών σπουδαίων μουσικών του σινεμά κι αυτό είναι ένα ακόμη κομμάτι της ενασχόλησής μου , της δραστηριότητάς μου, που με κάνει πραγματικά πολύ να καμαρώνω, γιατί μέσα από αυτό το υλικό σώθηκαν τραγούδια και μουσικές λίγο πριν οδηγηθούν προς εξαφάνιση στις χωματερές και στα σκουπίδια. Αυτό είναι επίσης μια, αν θέλεις, για μένα βαθιά ικανοποίηση το ότι έσωσα ένα υλικό και όπως έχω ξαναπεί δεν με ενδιαφέρουν οι τίτλοι, γράφουν κάποιοι   ο εθνικός βιογράφος, ευχαριστώ ή κάποιοι άλλοι ο συλλέκτης ονείρων, αναμνήσεων κι όλα αυτά, ναι, είμαι συλλέκτης ονείρων και αναμνήσεων, πολύ περισσότερο από ότι είμαι βιογράφος, ηθοποιός, τραγουδιστής, σκηνοθέτης κι όλα  τα άλλα. Οι τίτλοι δεν μου πολυπάνε εμένα, είμαι ένας γεννημένος καλλιτέχνης, που η καλλιτεχνία ρέει στο αίμα μου, για να το πω έτσι, δηλαδή δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο στη ζωή μου εκτός από καλλιτεχνία.

Μάκης Δελαπόρτας

Ο Μάνος Χατζηδάκης σου έδωσε την άδεια έκδοσης δέκα  soundtack από αντίστοιχες ελληνικές ταινίες κι εγώ αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο ήταν  να τον πείσεις. Θα έλεγες Μάκη, ότι ο Μάνος Χατζηδάκης ήταν ο νονός, που σε βάπτισε δισκογραφικό παραγωγό;

Νομίζω, πως το χρωστάω αυτό στο Μάνο Χατζηδάκη, που μου άνοιξε την πόρτα της δισκογραφίας σε μια εποχή, που εγώ ήμουνα μικρός, που είχα απλά τη φλόγα στο μάτι  του να σωθεί αυτό το υλικό χωρίς να με ενδιαφέρει, αν θα πάρω λεφτά ή δεν ξέρω τι κι αυτό ο Χατζηδάκης το είδε σε μένα κι έτσι έβαλε την υπογραφή του, ώστε να γίνουν αυτά τα  soundtack του ελληνικού κινηματογράφου και να ανοίξουνε οι πόρτες και να ακολουθήσουν μετά βεβαίως οι υπόλοιποι συνθέτες, γιατί, όταν  ο Μάνος Χατζηδάκης βάζει την υπογραφή του για δέκα δικά του soundtack και πίσω από τους δίσκους υπάρχει το όνομά σου, τότε νομίζω, πως και οι άλλοι ακόμα και πολύ δύσκολοι συνθέτες ακολούθησαν κι έτσι βγήκε εκείνη την εποχή το ’90  ένα τεράστιο υλικό με τα  soundtack με τα τραγούδια του σινεμά και ξαφνικά έγιναν μόδα τα κινηματογραφικά τραγούδια και  δημιουργήθηκε ένα καινούριο μουσικό είδος στην Ελλάδα, που δεν υπήρχε και ήταν τα τραγούδια του ελληνικού κινηματογράφου. Αυτό έγινε με την τρέλα, που είχα, να σώσω κι αυτό το υλικό και ήταν ένα επίτευγμα εκείνα τα χρόνια.

Θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε, ότι η ερευνητική  εργασία  του μουσικού  παραγωγού και του βιογράφου παραγκώνισε τη δουλειά του ηθοποιού;

Σίγουρα την παραγκώνισε, γι’ αυτό με βλέπεις και κάποιες φορές και κάνω παραστάσεις και ανεβαίνω και στη σκηνή, γιατί κακά τα ψέματα, όταν ένα παιδί γεννηθεί, έχει γαλουχηθεί μέσα στο θέατρο, το μικρόβιο του θεάτρου δε φεύγει ποτέ, όμως το θέατρο το βλέπω πια ως ψυχοθεραπεία προσωπική μου, γιατί, όταν είμαι  στη σκηνή ξεχνάω τα πάντα, επίσης εισπράττω και την αγάπη του κόσμου, γιατί πρέπει αυτό να το πω, πως ο κόσμος με αγαπάει και μου το δείχνει, με εκτιμάει και είναι πολύ σημαντικό. Το να γίνεις διάσημος μπορεί να είναι και πολύ εύκολο, το να γίνεις διάσημος όμως και να σε εκτιμάει ο κόσμος για το έργο σου αυτό νομίζω, πως είναι επίτευγμα και χαίρομαι πολύ γι΄αυτό, που έχω πετύχει, γιατί ο κόσμος βλέπει σε μένα την αλήθεια, ποτέ δεν κόμπασα για κάτι, ποτέ δεν ψωνίστηκα με κάτι, ποτέ δεν  είπα, ότι είμαι ξεχωριστός για κάτι, είμαι ένας αγωνιστής, ένας βιοπαλαιστής, όπως όλοι, απλά ο δικός μου χώρος έχει και τη δημοσιότητα, αυτό τίποτα άλλο δεν αισθάνομαι εγώ διαφορετικό από τους άλλους ανθρώπους.

…και ο κόσμος εισπράττει αυτή την ταπεινοφροσύνη του Μάκη Δελαπόρτα. Μάκη μέχρι στιγμής δεν έχεις παντρευτεί. Αν συναντήσεις την αδερφή ψυχή σκέφτεσαι να κάνεις το μεγάλο βήμα;

Όχι, ποτέ, γιατί ο δρόμος μου είναι μοναχικός  και πάντα πίστευα, ότι μια οικογένεια θέλει να κάνεις κατάθεση ζωής και διαφωνώ κάθετα, όταν πολλοί καλλιτέχνες, που είναι δοσμένοι εκατό τοις εκατό στη δουλειά τους, θέλουν με ένα τρόπο οπωσδήποτε να κάνουν και οικογένεια. Εκεί εγώ ειδικά με την ψυχολογία των παιδιών δεν παίζω. Το παιδί πρέπει να μεγαλώνει σε ένα υγιές περιβάλλον, να ζει  τους γονείς του, να είναι αγαπημένοι κι όλα αυτά. Στη  δική μας δουλειά αυτό είναι λίγο δύσκολο κι αυτό είναι μια μεγάλη συζήτηση, που τώρα δεν μπορούμε να την κάνουμε, γενικώς όμως ότι είμαι πολύ κατά του καλλιτέχνες, που είναι δοσμένοι στη δουλειά τους, να προσπαθούν να συνδυάσουν και τα δυο, γιατί τις περισσότερες φορές δεν μπορούν. Βιβλίο θα κάνουμε; κάναμε λοιπόν την βιογραφία μου σήμερα.

Έτσι λες; Από αυτά, που μου είπες, συμπεραίνω, ότι δεν Θα αποφάσιζες ποτέ να διοχετεύσεις όλη αυτή την αγάπη, που κρύβεις μέσα σου, αλλά φαίνεται στα μάτια σου, σε ένα παιδί, που θα  υιοθετούσες.

Όχι, έχω την ανιψούλα μου, την κολλητή μου, που είναι και βαφτιστήρα μου, δίνω και την αγάπη μου στα παιδιά, που είναι γύρω μου, στα ζώα, γιατί είμαι και πάρα πολύ φιλόζωος και κάθε βράδυ θα κάνω τη γύρα μου, για να ταΐσω τις γάτες της γειτονιάς, ζω και με ένα σκυλάκι, είχα δύο, τώρα έχω ένα. Δεν μου λείπει τίποτα από τη ζωή μου, είμαι γεμάτος και θα ήθελα, μακάρι να είμαι έτσι και τα επόμενα χρόνια της ζωής μου.

Στο εύχομαι από καρδιάς Μάκη μου. Φίλες και φίλοι της onenews.gr σήμερα στο πορφυρένιο βελούδινο  χαλί της υποδοχής βάδισε ο Μάκης Δελαπόρτας  και ήταν πολύ ενδιαφέρον και απολαυστικό το ταξίδι, που κάναμε μαζί του στο παρελθόν και γνωρίσαμε μέσα από τα δικά του μάτια προσωπικότητες γνωστές σε μας μόνο  μέσα από τη μεγάλη και τη μικρή οθόνη. Είναι ώρα όμως να γυρίσουμε τους δείκτες του ρολογιού του χρόνου στο παρόν και να αποδεσμεύσουμε το λαμπερό, σπουδαίο κι ευγενικό  καλεσμένο μας αποχαιρετώντας τον και ευχαριστώντας τον  θερμά για την τιμή, που μας έκανε και τη χαρά, που μας έδωσε σήμερα η σημερινή του παρουσία,  που ήταν τόσο  πρόθυμος να μοιραστεί μαζί μας  πολύτιμες αναμνήσεις του και που έδωσε απαντήσεις σε κάθε απορία μας. Μάκη Δελαπόρτα εύχομαι ολόψυχα το σύμπαν να συνωμοτήσει  και να υλοποιηθεί μελλοντικά κάθε  σου όνειρο και κάθε  επαγγελματικό σου βήμα να στέφεται πάντα από επιτυχία.

 Να είσαι  καλά Μάκη μου.

Ευχαριστώ κι εγώ πάρα πολύ για αυτήν την υπέροχη κουβέντα, που την ευχαριστήθηκα πραγματικά και είναι από τις λίγες φορές, που ένας δημοσιογράφος έχει κάνει τόσο μεγάλη έρευνα στην πορεία τη δική μου, που πραγματικά με εξέπληξες, σου δίνω συγχαρητήρια και πραγματικά χαίρομαι να μιλάω με τέτοιους ανθρώπους, με τέτοιους δημοσιογράφους, γιατί εγώ την κουβέντα, που κάνω μαζί σου ή με τους άλλους δημοσιογράφους  τη βλέπω πάρα πολύ απλή κουβέντα, που θα έκανα  με ένα φίλο μου. Αν εκτιμώ τον άλλον όμως για την έρευνα, που έχει κάνει και το τι έχει ασχοληθεί με τη δική μου πορεία, το εκτιμώ βαθιά αυτό.

Δεν έκανα καμία έρευνα, ήταν ήδη γνωστή η πορεία σου σε μένα   και  βγήκε αβίαστα όλη αυτή η συζήτηση, την ευχαριστήθηκα και την απόλαυσα πραγματικά. Υπάρχει όμως  κάποια ερώτηση, που δεν έχω σκεφτεί, ενώ θα την ήθελες;

Όχι, τα έχουμε πει όλα, να είμαστε καλά να τα ξαναπούμε, να έχουμε καλό καλοκαίρι και υγεία. Με ενέπνευσες όμως, για να πω και πράγματα, που δεν έχω ξαναπεί, γιατί πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται, ότι πάρα πολλά πράγματα από αυτά, που σου είπα σήμερα, πραγματικά δεν τα έχω ξαναπεί.

Σ’ ευχαριστώ  θερμά  Μάκη μου  για την τιμή και την εμπιστοσύνη.

Ευχαριστώ κι εγώ, φιλιά σε όλους τους φίλους της onenews.gr και να σκεφτόμαστε πάντα, πως πρέπει να είμαστε θετικοί και τα νέα παιδιά να οραματίζονται, να κάνουν  όνειρα σπουδαία, μεγάλα, γιατί και λίγο πιο κάτω από την κορυφή να φτάσουν πάλι ψηλά θα φτάσουν κι αυτό είναι και το μότο το δικό μου κι αυτό περνάω σήμερα στους φίλους μας.

Καταπληκτικό το μότο σου κι εγώ νομίζω, ότι δεν υπάρχει καλύτερος  τρόπος, για να κλείσουμε με αυτό  αυτή τη συνέντευξη. Φίλες και φίλοι θα σας πρότεινα να υιοθετήσετε το μότο του Μάκη Δελαπόρτα, αυτής της απαστράπτουσας προσωπικότητας, που φιλοξενήσαμε σήμερα και   που αποτελεί ζωντανό παράδειγμα ενός ονειροπόλου νεαρού κι αυτοδημιούργητου ενήλικα, που δε φοβήθηκε όχι μόνο να πιστέψει  στα μεγάλα  και σπουδαία όνειρα, αλλά και να τα κατακτήσει. “Κάνε όνειρα σπουδαία και μεγάλα και λίγο πιο κάτω από την κορυφή να φτάσεις, πάλι ψηλά θα είσαι”, σου λέει ο κορυφαίος  Μάκης Δελαπόρτας κι εσύ δεν έχεις κανένα λόγο, για να μην τον πιστέψεις.

 

Reduce bounce rates