4 Μαΐου, 2024

Απόφαση σοκ της Ευρώπης για χρήματα στην Ελλάδα: Τι θέλουν, διέρρευσε η αλήθεια

Μία τεράστια ανατροπή, αλλά και μεγάλο χαστούκι στην κυβέρνηση και το υπ. Οικονομικών από την EKT σχετικά με τις συναλλαγές στην Ελλάδα με μετρητά.

Η ΕΚΤ στις 27 του Οκτώβρη δέχτηκε αίτημα από το Υπ. Οικονομικών της χώρας μας, με το οποίο ζητούσε τη γνώμη σχετικά με ορισμένα σχέδια τροποποιήσεων της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας, τα οποία απαγόρευαν τη δυνατότητα να αγοράσεις κάποιο ακίνητο με πληρωμή σε μετρητά (πρώτο σχέδιο τροποποίησης) και επέκτειναν περαιτέρω τα ήδη υφιστάμενα φορολογικά αντικίνητρα για τη χρήση μετρητών (δεύτερο σχέδιο τροποποίησης).

Η Κριστίν Λαγκάρντ όμως είχε τελείως διαφορετική γνώμη, όπως επικαλείται δημοσίευμα της Ναυτεμπορικής.

Οι τροποποιήσεις από την ελληνική πλευρά

Το πρώτο σχέδιο προβλέπει ότι για τη σύνταξη οποιασδήποτε συμβολαιογραφικής πράξης ή εγγράφου για τη μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτων (συμπεριλαμβανομένων των δεσμευτικών προσυμφώνων και των συμβολαίων διακανονισμού), το σύνολο του τιμήματος καταβάλλεται αποκλειστικά με τραπεζική πληρωμή.

Εάν σε συμβολαιογραφικό έγγραφο ή έγγραφο καταγράφεται ότι το αντάλλαγμα για τη μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτου έχει καταβληθεί, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, σε μετρητά, είναι ipso jure άκυρο. Επιπλέον, δεν μπορεί να καταχωρηθεί στο οικείο δημόσιο μητρώο και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα έναντι των μερών, του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου.

Το πρώτο σχέδιο τροποποίησης προβλέπει επίσης ότι οι συμβολαιογράφοι οφείλουν να καταγράφουν στο συμβολαιογραφικό έγγραφο τον τρόπο καταβολής του σχετικού ανταλλάγματος, δηλαδή την αποκλειστική χρήση τραπεζικών μέσων πληρωμής, και ότι απαγορεύεται στους συμβολαιογράφους να καταχωρίζουν στο δημόσιο μητρώο συμβολαιογραφικό έγγραφο που παραβιάζει την απαίτηση αυτή.

Τέλος, το πρώτο σχέδιο προβλέπει ότι στα πρόσωπα που δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις αυτές θα επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 10 % της αντιπαροχής που καταγράφεται ότι καταβλήθηκε σε μετρητά, αλλά όχι λιγότερο από 10 000 ευρώ για κάθε παράβαση.

Το δεύτερο σχέδιο τροποποίησης τροποποιεί το άρθρο 23 του ελληνικού Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για να επεκτείνει περαιτέρω ένα ήδη υπάρχον φορολογικό αντικίνητρο για τη χρήση μετρητών. Ειδικότερα, ο ελληνικός Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος προβλέπει επί του παρόντος ότι ορισμένες επιχειρηματικές δαπάνες μπορούν να εκπίπτουν από τον υπολογισμό του “φορολογητέου κέρδους που προκύπτει από επιχειρηματικές δραστηριότητες” (όπως ορίζεται στον ελληνικό Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).

Ο ελληνικός Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος απαριθμεί επίσης όλες τις επιχειρηματικές δαπάνες που δεν μπορούν να εκπέσουν από το φορολογητέο κέρδος. Μία από αυτές τις μη εκπιπτόμενες δαπάνες είναι κάθε δαπάνη για την απόκτηση αγαθών ή υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ που δεν έχει εξοφληθεί με τραπεζική πληρωμή. Το δεύτερο σχέδιο τροπολογίας προτείνει τη μείωση του ορίου των 500 ευρώ σε 300 ευρώ και ότι το νέο όριο θα πρέπει να ισχύει από το φορολογικό έτος 2024 και μετά.

Σύμφωνα με το επεξηγηματικό σημείωμα που συνοδεύει το σχέδιο τροπολογιών και το οποίο παρέχεται από τη συμβουλευτική αρχή, ο πρωταρχικός σκοπός του σχεδίου τροπολογιών είναι να μειωθεί η φοροδιαφυγή και να καταπολεμηθεί το ξέπλυμα χρήματος μέσω της παροχής κινήτρων για τη χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών και να συμβάλει στην αύξηση των εσόδων του ελληνικού κράτους.

Οι απαντήσεις της ΕΚΤ
Η απάντηση όμως της ΕΚΤ για τα σχέδια της Ελλάδας αναφορικά με τα χρήματα ήταν τελείως διαφορετική.

Τι αναφέρει για τα μετρητά και τον ρόλο που παίζουν.

Τα μετρητά εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνία. Τα μετρητά εκτιμώνται γενικά ως μέσο πληρωμής επειδή είναι ευρέως αποδεκτά, γρήγορα και διευκολύνουν τον έλεγχο των δαπανών του πληρωτή. Είναι επί του παρόντος το μόνο μέσο πληρωμής που επιτρέπει στους πολίτες να διακανονίσουν μια συναλλαγή σε χρήματα κεντρικής τράπεζας, τα οποία επίσης διακανονίζονται άμεσα, ενώ, το σημαντικότερο, διασφαλίζει την ιδιωτικότητα και δεν ενέχει τη νομική δυνατότητα επιβολής τέλους για τη χρήση τους.

Επιπλέον, τα μετρητά θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο σε περίπτωση διαταραχής του συστήματος πληρωμών και είναι ανθεκτικά έναντι του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο, δεδομένου ότι οι πληρωμές με μετρητά δεν απαιτούν λειτουργική τεχνική υποδομή ή σχετικές επενδύσεις, αλλά είναι πάντα διαθέσιμα. Επιπλέον, οι πληρωμές σε μετρητά δεν υπόκεινται σε ημερήσια ή εβδομαδιαία όρια πληρωμών που θέτουν οι οντότητες που παρέχουν τις υποκείμενες υπηρεσίες πληρωμών.

Επιπλέον, οι πληρωμές με μετρητά διευκολύνουν επίσης την ένταξη ολόκληρου του πληθυσμού στην οικονομία, επιτρέποντας στους πολίτες να διακανονίζουν ένα ευρύ φάσμα συναλλαγών πληρωμών με αυτόν τον τρόπο, εξασφαλίζοντας έτσι την ελευθερία επιλογής του τρόπου πληρωμής για όλους τους πολίτες.

Τέλος, η δυνατότητα πληρωμής με μετρητά παραμένει ιδιαίτερα σημαντική για ορισμένες κοινωνικές ομάδες που, για διάφορους θεμιτούς λόγους, προτιμούν να χρησιμοποιούν μετρητά αντί άλλων μέσων πληρωμής ή δεν έχουν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα και στα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών. Οι ομάδες αυτές περιλαμβάνονται όχι μόνο οι ηλικιωμένοι, αλλά και ορισμένοι πολίτες με αναπηρία, οι μετανάστες, οι κοινωνικά ευάλωτοι πολίτες, οι ανήλικοι και άλλοι με περιορισμένη ή καθόλου πρόσβαση σε ψηφιακές υπηρεσίες πληρωμών. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά κάθε εξέλιξη της εθνικής νομοθεσίας που αποσκοπεί στον περιορισμό των δυνατοτήτων πληρωμών με μετρητά και, ως εκ τούτου, παρεμβαίνει στο δικαίωμα των πολιτών να πληρώνουν με μετρητά.

Η ΕΚΤ θεωρεί ότι τα σχέδια τροποποιήσεων συνιστούν περιορισμούς του καθεστώτος νόμιμου χρήματος των τραπεζογραμματίων ευρώ και ότι, ως εκ τούτου, θα πρέπει να αξιολογηθούν με βάση τα κριτήρια που έχει θέσει το Δικαστήριο.

Η ΕΚΤ θεωρεί περαιτέρω ότι κανένα από τα σχέδια τροποποίησης δεν έχει ως στόχο ή ως αποτέλεσμα την τροποποίηση των νομικών κανόνων που διέπουν το καθεστώς του νόμιμου χρήματος των τραπεζογραμματίων ή κερμάτων ευρώ. Τα σχέδια δεν οδηγούν, νομικά ή πραγματικά, στην κατάργηση των τραπεζογραμματίων στην Ελλάδα.

Το σχέδιο τροπολογιών προτείνεται να εγκριθεί για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Όσον αφορά το πρώτο σχέδιο , το αιτιολογικό σημείωμα εξηγεί ότι, με βάση τα επί του παρόντος διαθέσιμα στοιχεία, περίπου το ένα τέταρτο του συνόλου των μεταβιβάσεων ακινήτων στην Ελλάδα έχει καταγραφεί ως μερικώς ή πλήρως πληρωθέν σε μετρητά.

 

 

Η συμβουλευτική αρχή θεωρεί το πρώτο σχέδιο για την κατάργηση της δυνατότητας αγοράς ακινήτων με μετρητά αναγκαίο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, την εξυγίανση της αγοράς ακινήτων και ταυτόχρονα την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος με τη διοχέτευση των μετρητών και την ενεργοποίηση των διαδικασιών καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (AML) για τις αγορές ακινήτων.