Τέρης χρυσός: Αυτή είναι η ζωή μου
Αποκλειστική συνέντευξη στην OneNews.gr
Άννα Τριτσαρώλη
19/3/23
Τέρης Χρυσός, το χρυσοντυμένο όνομα, που στραφτάλιζε στη χρυσή εποχή της μουσικής βιομηχανίας και «τάκα τάκα» πρωταγωνίστησε εξήντα χρόνια μέχρι και σήμερα στα μουσικά μας δρώμενα. Καλωσορίζουμε στην παρέα της
Καταρχάς σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση. Από την Πολιτεία είχα αναγνώριση, όταν μου απένειμαν μία τιμητική σύνταξη, αλλά η Πολιτεία φάσκει και αντιφάσκει. Όταν μου απένειμαν την τιμητική σύνταξη, έπαιρνα τη σύνταξη του ΙΚΑ, την οποία είχα πληρώσει δουλεύοντας σαράντα χρόνια, αλλά ο κύριος Βενιζέλος, που ήταν τότε υπουργός Πολιτισμού, έβγαλε ένα νόμο, που έλεγε, ότι αυτός, που παίρνει τιμητική σύνταξη, δεν έχει δικαίωμα άλλης σύνταξης και το κράτος, το καταπληκτικό αυτό κράτος μου έκοψε τη σύνταξη και με άφησε με την τιμητική, η οποία ανέρχεται στο ιλιγγιώδες ποσό των 690 ευρώ.
Είναι πραγματικά πολύ λυπηρό αυτό, που συμβαίνει, όχι μόνο με σένα, αλλά και με άλλους καλλιτέχνες.
Συνέβη σε αρκετούς, αλλά μετά κάποια άλλη κυβέρνηση, που ήρθε, διόρθωσε το θέμα αυτό και είπε, ότι είναι μεγάλη αδικία και επανέφερε ξανά την κανονική σύνταξη, που δούλεψε ο εργαζόμενος και ήταν όλα καλά. Έκανα κι εγώ βλέποντας αυτό, μία προσφυγή στα ελληνικά δικαστήρια, η οποία εκδικάστηκε μετά από πέντε ολόκληρα χρόνια, αλλά δυστυχώς και τα δικαστήρια δεν με δικαίωσαν, δικαίωσαν τον κύριο Βενιζέλο λέγοντάς μου, ότι πρέπει να σεβόμαστε τους νόμους των υπουργών. Αυτή είναι η Ελλάδα.
Μάλιστα. Έχεις όμως την αναγνώριση του κόσμου. Έρχεσαι λοιπόν από την Κωνσταντινούπολη στην Ελλάδα σε μικρή ηλικία. Μνήμες από την Πόλη έχεις;
Στην Ελλάδα ήρθαμε δυο – τρεις φορές. Πρώτη φορά σε μικρή ηλικία. Τότε ήταν, που πούλαγα τα φιστίκια στην Τρούμπα. Ήρθαμε ξανά και δοκιμάσαμε, αν μπορούμε να εγκατασταθούμε, γιατί οι Τούρκοι μας έδιωχναν και τελικά μείναμε μόνιμα στην Ελλάδα, όταν έγινα δεκαοχτώ ετών. Οι αναμνήσεις μου από την Κωνσταντινούπολη είναι καταπληκτικές, οικογενειακές, αλλά πάρα πολύ φτώχεια, γιατί ο πατέρας μου, που ήταν εβραϊκής καταγωγής μας άφησε, όταν ήμουν πέντε ετών, χώρισε με τη μητέρα μου και με μία κυρία σηκώθηκε και έφυγε για το τότε νεοσύστατο Ισραήλ, από Παλαιστίνη, που ήταν πρώτα. Έτσι μείναμε τρία αδέρφια ορφανά , χωρίς πατέρα με μία μάνα, που δεν είχε ούτε φράγκο και αναγκάστηκε να βγει στο τραγούδι κι έγινε τραγουδίστρια, για να μπορεί να μας ζήσει. Ζήσαμε πολύ φτωχικά σε ένα δωμάτιο όλοι μαζί με ένα μαγκάλι για ζέστη και σχολείο σχεδόν καθόλου.
Από την οικογένειά σου λοιπόν έχεις τις μουσικές καταβολές σου και από όσα μου είπες, συμπεραίνω, ότι έχεις κληρονομήσει τη θεϊκή φωνή σου από τη μητέρα σου.
Ναι. Έπαιζε κι ο πατέρας μου βιολί, αλλά και η θεία μου, η αδερφή του πατέρα μου, ήταν μια πολύ μεγάλη πιανίστα στην Κωνσταντινούπολη με πολύ μεγάλο όνομα, που λεγόταν Edit Laleşen.
Έζησες Τέρη στις χρυσές εποχές του βινυλίου, μεσουράνησες σε ρομαντικές, ανέμελες δεκαετίες και με τη βελούδινη ερωτική φωνή σου, την κοσμοπολίτικη αύρα σου, την τέλεια σκηνική παρουσία σου και με τη σωστή κίνηση και εκφραστικότητα «ήσουν μια οπτασία», όπως λέει και το ομώνυμο τραγούδι σου. Αυτή η άρτια εμφάνισή σου ήταν αποτέλεσμα ειδικών σπουδών μουσικής, ορθοφωνίας και κινησιολογίας ή είσαι αυτοδίδακτος;
Είμαι εντελώς αυτοδίδακτος, δεν έχω σπουδάσει ούτε κινησιολογία, ούτε φωνητική, ούτε υποκριτική, ούτε ενδυματολογία, όλα αυτά τα έκανα με τη βοήθεια του θεού και της μητέρας μου, η οποία, επειδή υπήρξε τραγουδίστρια, ήταν κάτι σαν ατζέντης μου. Με βοήθησε πάρα πολύ η πίστη μου στο θεό.
Ήσουν ένας ιδιαίτερα καλοντυμένος στην πίστα καλλιτέχνης. Τα νυχτοκάματα ήταν καλά εκείνη την εποχή;
Τα νυχτοκάματα για το δικό μου είδος ήταν άθλια. Αυτοί, που έπαιρναν τότε φοβερά λεφτά, ήταν οι λαϊκοί τραγουδιστές και για να σου δώσω ένα παράδειγμα, εγώ, που ήμουν ένας από τους λίγους δυο-τρεις του ελαφρού ή pop τραγουδιού, έπαιρνα χίλιες δραχμές τη βραδιά ,χρήματα με τα οποία ζούσαμε πάρα πολύ καλά τρεις οικογένειες, εγώ με τη μητέρα μου και την αδερφή μου, η οποία είχε έρθει κι αυτή πρόσφυγας με τέσσερα παιδιά και ο αντίστοιχος λαϊκός πρώτος τραγουδιστής τότε Σταμάτης Κόκκοτας έπαιρνε τριάντα χιλιάδες δραχμές τη βραδιά.
Μεγάλη η απόκλιση. Μια ζωή σαν παραμύθι λοιπόν, όπως και ο ομώνυμος τίτλος της βιογραφίας σου από το συγγραφέα Πάνο Καλουδά και τις εκδόσεις Αρναούτη . Πώς ξεκίνησε η παραμυθένια καριέρα σου;
Από έναν διαγωνισμό ταλέντων ,όπως κάνουν τώρα τα talents shows, τότε βέβαια δεν υπήρχε τηλεόραση. Μόλις είχαμε έρθει στη Θεσσαλονίκη πρόσφυγες, δεκαοχτώ ετών εγώ, δεν είχαμε στον ήλιο μοίρα, κυριολεκτικά με ένα βρακί, που λένε. Άκουσα από το ραδιόφωνο, ένα μικρό τρανζίστορ, ότι γίνεται ένας διαγωνισμός ταλέντων στο κέντρο Piccadilly με conférencier τον Άλκη Στέα. Πήγα λοιπόν στο διαγωνισμό, τραγούδησα ένα αμερικάνικο τραγούδι, το Mambo Italiano και μόλις με άκουσαν είχα φοβερή επιτυχία και ο Άλκης Στέας, αυτός ο υπέροχος άνθρωπος, που δεν υπάρχει πια, μου είπε, πώς σε λένε παιδί μου, του λέω με λένε Λευτέρη Χρυσόγελο και μου λέει από σήμερα αλλάζεις όνομα και θα λέγεσαι Τέρης Χρυσός.
Κάπως έτσι λοιπόν ο Άλκης Στέας έγινε ο καλλιτεχνικός νονός σου. Πότε έγινε αυτό το ΄63 ;
Όχι, πολύ νωρίτερα αυτό έγινε το ΄57 προς ΄58. Τότε ο ιδιοκτήτης του κέντρου μου λέει από αύριο προσλαμβάνεσαι στο κέντρο μας με εξήντα δραχμές μεροκάματο, που για μένα εκείνη την εποχή ήταν ένα τεράστιο ποσό, για να σώσω την οικογένειά μου.
Έτσι ακριβώς, όπως τα λες. Η είσοδός σου στη δισκογραφία πότε έγινε;
Το ΄58. Με άκουσε ο Μανώλης Χιώτης στη Θεσσαλονίκη, που ήμουν, όταν είχε έρθει την περίοδο της εκθέσεως με τη Μαίρη Λίντα και μου λέει, τι κάθεσαι εδώ ρε φίλε, σήκω και έλα στην Αθήνα και τα μαζεύουμε οικογενειακώς και μετά από λίγο ερχόμαστε στην Αθήνα, όπου πάω και τον βρίσκω στο σπίτι του, που έμενε στην Κυψέλη και μου λέει καλά, που ήρθες ,από αύριο πιάνεις δουλειά στο Πλακιώτικο σαλόνι, που αρχίζω κι εγώ με τη Μαίρη Λίντα. Πράγματι έτσι και έγινε, αρχίζω μαζί του στο Πλακιώτικο σαλόνι, μια άλλη κατάσταση και κάποια μέρα μετά από ένα-δυο μήνες το ’58 προς ’59 μου λέει ο Μανώλης αύριο το πρωί στις εννέα σε περιμένω στη Columbia. Τί να κάνω του λέω κύριε Μανώλη εκεί; Μου λέει θα πεις ένα τραγούδι μου. Μα δεν το ξέρω το τραγούδι σας κύριε Χιώτη. Θα το μάθεις εκεί επί τόπου μου λέει και έτσι έγινε η πρώτη μου δισκογραφία.
Ανέφερες προηγουμένως την Columbia Ποιες άλλες ήταν οι δισκογραφικές εταιρείες εκείνης της εποχής, που εσύ συνεργάστηκες;
Εγώ συνεργάστηκα με την Columbia, τη Master’s Voice και έκανα ένα δεύτερο σαρανταπεντάρι με το σπουδαίο Μίμη Πλέσσα, όπου η μία πλευρά ήμουν εγώ και το flip side η τότε νέα Τζένη Βάνου. Το δικό μου τραγούδι ήταν «το όνομά σου», αλλά, επειδή δεν προχώραγε το στιλ αυτό, ζήτησα να αποδεσμευτώ από την εταιρεία και στις αρχές του ΄63 με πήγε κάποιος φίλος στην τότε νεοσύστατη εταιρεία Music Box, της οποίας οι ιδιοκτήτες λέγονταν Γκεσάρ, Αρμενο-Κωνσταντινοπολίτες, πατριώτες μου δηλαδή, οι οποίοι με πήραν και μου υπέγραψαν συμβόλαιο πενταετές.
Επιπλέον το 1963 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης κερδίζεις και το Α βραβείο. Με ποιο τραγούδι;
Όπως σου είπα και πριν, στις αρχές του ’63 υπογράφω με την εταιρεία Music Box και μετά από δύο μήνες με στέλνει η ΕΙΡΤ στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου τραγουδάω μαζί με τη Νίκη Καμπά εναλλάξ, ο Γιάννης Βογιατζής με τη Νινή Ζαχά, γιατί τότε τραγουδάγανε δύο τραγουδιστές ή δύο ζευγάρια, το τραγούδι του Κώστα Κλάββα και Αλέξη Αλεξόπουλου «Πέταξε ένα πουλί» και παίρνουμε το πρώτο βραβείο.
1964 και Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου και πάλι κερδίζεις βραβείο;
Όχι το τέταρτο στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, αλλά το ’64 με έστειλαν στο Φεστιβάλ της Βαρκελώνης στην Ισπανία, όπου πήρα το τρίτο βραβείο με ένα τραγούδι του Ανδρέα Αλεξανδράτου, το οποίο δεν έγινε επιτυχία στην Ελλάδα και λέγεται «Σβήσε νύχτα».
Απέσπασες όμως πολλά σημαντικά βραβεία και σε ξένα Φεστιβάλ, όπως στην Ισπανία, που μας είπες προηγουμένως.
Πολλές συμμετοχές. Έχω δύο συμμετοχές στην Ισπανία, στη Βαρκελώνη, τη μία πήρα τρίτο βραβείο, μια συμμετοχή στο Φεστιβάλ Βορείου Θαλάσσης στη Βουλγαρία, όπου πήρα βραβείο του καλύτερου τραγουδιστή με το τραγούδι με το ντιρλανταντά. Άλλη μια συμμετοχή στο Φεστιβάλ Πολωνίας στο Sopot, όπου δεν βραβεύτηκα, αλλά πήρα έπαινο. Μια μεγάλη συμμετοχή το ΄64 με το Μίμη Πλέσσα, τη Τζένη Βάνου, το Γιώργο Ζαμπέτα στο Φεστιβάλ Βορείου Θαλάσσης του Βελγίου με τη συμφωνική ορχήστρα του Βελγίου εκατό δέκα οργάνων, όπου πήρε όλο τιμ το πρώτο βραβείο. Δεν είπα μόνο ένα τραγούδι, ερμήνευσα έξι τραγούδια και έξι η Τζένη Βάνου.
Σπουδαίες συμμετοχές και είχες όλα τα φόντα και καθότι πολύγλωσσος θα μπορούσες να περάσεις τα ελληνικά σύνορα, να υπηρετήσεις το μοντέρνο διεθνές τραγούδι και να κάνεις διεθνή καριέρα. Τι σε εμπόδισε;
Θα μπορούσα, μάλιστα έχω ένα περίεργο συμβάν, όταν είχα πάει στην Αμερική, για να τραγουδήσω για την ελληνική παροικία. Με άκουσε κάποιος ατζέντης Εβραίος και ήθελε να μου κάνει Booking σε όλα τα seratos της Αμερικής, αλλά η μητέρα μου η συγχωρεμένη, που ήταν στην Ελλάδα, όταν της το είπα, ήταν ανένδοτη και μου έλεγε, εγώ τι θα κάνω; Μα της λέω, έχεις κι άλλα παιδιά και μου λέει εγώ δεν μπορώ να κάνω χωρίς εσένα κι έτσι ακύρωσα αυτή τη συμφωνία του ατζέντη και ήρθα στην Ελλάδα, για να μείνω με τη μητέρα μου. Αυτό ήταν, που με εμπόδισε, αν και τραγουδούσα πολύ καλά τα αγγλικά, τα γαλλικά ,Ιταλικά, πολλές γλώσσες, τις οποίες γλώσσες έμαθα όλες μόνος μου.
Πως το κατάφερες αυτό, θα ήθελες να μου λύσεις αυτή την απορία;
Διάβαζα πάρα πολύ κι όταν δούλευα σε ένα καμπαρέ εδώ στην Αθήνα, που λεγόταν CopaCabana και που ήταν το πρώτο καμπαρέ των Αθηνών και στο οποίο ερχόταν όλος ο καλός κόσμος κι έφερνε ξένα μπαλέτα από Γαλλία .από την Ιταλία και είχα αυτή την επαφή με ξένους και αυτή την τριβή και το ταλέντο, αν θέλεις.
Σε άκουσα πρόσφατα να τραγουδάς εκπληκτικά το «Ne me quitte pas» του Jacques Brel, «Μη με αφήνεις» σε ελληνική μετάφραση, όπως γνωρίζεις, αφού, όπως μου είπες, μιλάς πολύ καλά όχι μόνο γαλλικά, αλλά και άλλες τρεις γλώσσες. Να υποθέσω, ότι το τραγούδι σου όνειρα, το εμπνεύστηκες από το γαλλικό «on ira» , «θα φύγουμε» του Joe Dassin;
Δεν λέγεται on ira ,λέγεται “L‘Été Indien”
Δεν το γνώριζα. Του Joe Dassin γι ΄αυτό μιλάμε;
Μάλιστα του Joe Dassin.To «Ne me quitte pas» το πρωτοτραγούδησα στην CopaCabana το 1964 και γινόταν το έλα να δεις, χαλασμός, πολύ μεγάλη επιτυχία. Η τωρινή μου ερμηνεία δεν είναι αυτή, που έπρεπε να είναι, γιατί και μεγάλωσα και έχω περάσει πολύ δύσκολες στιγμές δυο μεγάλων ασθενειών.
Παρολαυτά η φωνή σου διατηρεί τη νεανικότητά της.
Αυτό το λες εσύ.
Και πολλοί άλλοι
Εγώ ποτέ δεν είπα για τον εαυτό μου κάτι και τώρα ακόμη λέω, ότι δεν είναι τέλεια.
Να σε πάω λίγο πιο πίσω στο 1961, όπου αρχίζει η σταδιοδρομία σου στην Ελλάδα συμμετέχοντας στην ορχήστρα Ποικίλης Μουσικής της ΕΡΤ. Πως προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Δεν ήταν συνεργασία, ήταν καθιερωμένο. Όποιος τραγουδιστής έκανε δισκογραφία τότε δεν παιζόταν ο δίσκος του από την ΕΙΡΤ, παρά μόνο από πειρατικούς σταθμούς και για να παιχτεί ο δίσκος του, έπρεπε να περάσει από μια επιτροπή, η οποία απαρτιζόταν από μουσικολόγους και ανθρώπους της όπερας και να περάσεις από αυτούς κι αν εγκριθείς, μπορείς να τραγουδάς με την ελαφρά ορχήστρα της ΕΙΡΤ, η οποία ήταν σαράντα όργανα. Εγώ πέρασα πανηγυρικά την ίδια μέρα, που πέρασε και η αείμνηστη Τζένη Βάνου.
Αξιοκρατικά λοιπόν με το σπαθί σου και κατόπιν εξετάσεων.
Ακριβώς. Μετά από εκείνη την ημέρα άρχισα να κάνω εκπομπές ραδιοφωνικές με την ελαφρά ορχήστρα με όλους τους μεγάλους μαέστρους, οι οποίοι κάθε νέο φρούτο ήθελαν και προφανώς βρήκαν και σε μένα κάτι και άρχισε να μου κάνει εκπομπές ο περίφημος Μίμης Πλέσσας, ο Κώστας Καπνίσης, ο Κώστας Κλάββας, ο Αλέκος Γεωργιάδης, ο Τάκης Αθηναίος και πολλοί άλλοι μεγάλοι μαέστροι, στους οποίους χρωστώ ένα μεγάλο ευχαριστώ και μια μεγάλη ευγνωμοσύνη.
Τέρη, το γεγονός, ότι παρέμεινες στην Ελλάδα σε δικαίωσε καλλιτεχνικά;
Καλλιτεχνικά ναι, υλικά όχι.
Έχεις κάποιο επαγγελματικό απωθημένο, κάποιο όνειρο ενδεχομένως, που δεν πραγματοποίησες;
Έχω, γιατί εγώ δεν έχω τραγουδήσει ακόμα στο Ηρώδειο και στο Μέγαρο Μουσικής, ενώ έχουν τραγουδήσει τραγουδιστές πολύ κατώτεροι από εμένα, άνθρωποι πολιτικοποιημένοι, οι οποίοι λόγω πολιτικών πεποιθήσεων πήγαν σε αυτά τα δύο μεγάλα μέρη. Εγώ αναρωτιέμαι γιατί ,σε τι υστερώ εγώ .
Τα πρώτα χρόνια της καριέρας σου άρχισες να τραγουδάς μοντέρνα, γαλλικά, ιταλικά τραγούδια και ήσουν λάτρης της αμερικάνικης τζαζ. Πως αποφάσισες να κάνεις στροφή στο μοντέρνο ελληνικό τραγούδι, το οποίο και υπηρέτησες πιστά όλα αυτά τα χρόνια;
Δεν το αποφάσισα εγώ, η δισκογραφική μου εταιρεία, η Μιούζικ μποξ με κάλεσε κάποια μέρα και μου είπε Τέρη μου αυτά τα οποία τραγουδάμε τα ελαφρά ειδικά και τα ξένα δεν έχουν πέραση πλέον, πρέπει να αλλάξουμε στιλ, να πιάσουμε λίγο τη νεολαία, να βρούμε ένα άλλο είδος τραγουδιού, που να αποτείνεται στη νεολαία. Τότε βρήκαμε το δεύτερο βραβείο στο Φεστιβάλ Βαρκελώνης, όπου είχα συμμετάσχει εγώ την προηγούμενη χρονιά, που είχε τραγουδήσει το τραγούδι αυτό o Little tony το Mulino a vento, το οποίο το έφεραν και το play back το original από την Ιταλία και έβαλε στίχους ο Νότης Κίταρης, ο φίλος μου, ο σπουδαίος δημοσιογράφος και στιχουργός, το έκανε «Μύλος η καρδιά μου» και μόλις βγήκε έγινε το κάτι άλλο, γιατί ήμουν ο πρώτος και το λέω αυτό με υπερηφάνεια, ο τρίτος pop τραγουδιστής μετά από μένα βγήκαν ο Πασχάλης με το συγκρότημα, τους Olympians και μετά βγήκαν όλοι οι άλλοι ο Δάκης, ο Τζορντανέλλι και μαζί με μένα στη Μιούζικ μποξ, που τραγουδάγαμε pop τραγούδι, που το γύρισε από το ελαφρό, ήταν η Ζωίτσα Κουρούκλη. Αυτή είναι η ιστορία, πως μεταπήδησα από το ένα είδος στο άλλο.
Κόκοτας, Βογιατζής, Δάκης. Ποιον από όλους θαύμαζες περισσότερο;
Κοίταξε να δεις όλοι είναι καλοί, αλλά το πρότυπό μου ήταν και είναι ο Γιάννης Βογιατζής, ο οποίος ήταν ένας σπουδαίος τραγουδιστής, ένας ηθοποιός, ένας θεατράνθρωπος, ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης.
Από τους ξένους καλλιτέχνες ποιος ήταν το ίνδαλμά σου;
Το ίνδαλμά μου δεν ήταν ένας, ήταν πολλοί. Ξεκινώ από τον frank sinatra, τον Martin Kove, τον Charles Aznavour, τον Gilbert Bécaud και τον Tom Jones. Σε αυτούς ήθελα να μοιάσω και όχι στον Καζαντζίδη, ο οποίος ήταν εξαιρετικός τραγουδιστής στο είδος του ή στον Μπιθικώτση, που επίσης ήταν σπουδαίος.
Από τους νέους τραγουδιστές έχεις ξεχωρίσει κάποιον;
Ναι έχω ξεχωρίσει το Μιχάλη Χατζηγιάννη και τη Μαντώ, τους οποίους θεωρώ εξαιρετικούς τραγουδιστές, πολύ χαμηλών τόνων και είμαι πολύ χαρούμενος, γιατί βλέπω, ότι όλοι οι νέοι τραγουδιστές έχουν καβαλήσει το καλάμι.
Υπήρξαν Τέρη υπερεκτιμημένοι κατά την άποψή σου και υποτιμημένοι καλλιτέχνες;
Βεβαίως και υπήρξαν και υπερεκτιμημένοι και υποτιμημένοι πάρα πολλοί. Να αναφέρω έναν υποτιμημένο καλλιτέχνη, που δεν τον ξέρει ο κόσμος, δε ζει πια είναι ο Γιάννης Μάνος, ένας σπουδαίος τραγουδιστής στο ελαφρό είδος και έχει πει λίγο από όλα, δεκάδες τραγούδια του Μίμη Πλέσσα και ντουέτα με την Τζένη Βάνου κλπ και δεν μπόρεσε να ξεχωρίσει, γιατί το σύστημα δεν λειτούργησε.
Μάλιστα .Τέρη, αν σε καλούσαν ως κριτή σε talent show θα πήγαινες;
Εγώ θα πήγαινα με μεγάλη χαρά σε talent show, γιατί έχω πολύ μεγάλη πείρα και λυπάμαι βαθύτατα, που στα talents shows το ενενήντα τοις εκατό των κριτών είναι ανίδεοι και δυστυχώς αυτοί οι ανίδεοι παίρνουν και στο λαιμό τους κάποιες ψυχές, που έχουν όνειρα. Λυπάμαι πάρα, πάρα πολύ. Βεβαίως και θα πήγαινα και όχι εγώ μόνο, θα πρότεινα να πάνε και άλλοι συνάδερφοί μου, όπως ο Γιάννης Βογιατζής, η Γιοβάννα, η Κλειώ Δενάρδου και άλλοι καταξιωμένοι και πεπειραμένοι τόσα χρόνια τραγουδιστές, ο αείμνηστος, ο καταπληκτικός Δάκης, ποτέ δεν μας κάλεσαν.
Πραγματικά κρίμα. Το βελούδινο ηχόχρωμα της φωνής σου μπορεί να υποστηρίξει ερμηνευτικά τόσο διαφορετικά είδη τραγουδιού και διατηρείται αναλλοίωτο σε όλη την επιτυχημένη πορεία σου μέχρι και σήμερα. Είσαι λοιπόν ο τελευταίος εν ενεργεία ερμηνευτής μιας χρυσής εποχής ,που έχεις ακόμα μια καλοδιατηρημένη φωνή, όπως και εμφάνιση. Αλήθεια πως το καταφέρνεις αυτό;
Πρώτα απ΄όλα δεν έχω κάνει καταχρήσεις, δεν κάπνισα ποτέ, παρότι ήμουν παθητικός καπνιστής, δεν έπινα ποτέ, δεν έπαιζα τυχερά παιχνίδια, δεν ξενυχτούσα και όταν τελείωνα από τη δουλειά μου πήγαινα κατευθείαν σπίτι μου και ξεκουραζόμουν, πρόσεχα πάντα τη διατροφή μου και όσον αφορά την εμφάνιση είναι θείο δώρο. Δεν έκανα τίποτα περισσότερο απ’ ότι κάνουν όλοι οι άνθρωποι.
Από ότι κατάλαβα δεν είχες μπλέξει ποτέ με το τζόγο και με άλλα πάθη. Απέχουν από εσένα;
Ούτε με τζόγο, ούτε έπινα, ούτε κάπνιζα, αν και πολλοί με προσέγγισαν και στην Αμερική, που πήγα, για θέματα ναρκωτικών κι εγώ έκανα το βλάκα και καλά έκανα, εδώ που τα λέμε, γιατί είδα τα χάλια αυτών, που έχουν μπλέξει με τέτοια πράγματα.
Είχες την ωριμότητα λοιπόν να τα αποφύγεις όλα αυτά. Πως είδες την πληθώρα καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση στον καλλιτεχνικό χώρο; Η κατάχρηση εξουσίας ευθύνεται τελικά για κακοποιητικές συμπεριφορές τι πιστεύεις;
Πιστεύω, πως αυτό είναι εξωπραγματικό, δεν πρέπει να γίνονται αυτά τα πράγματα και σε κάποιες περιπτώσεις, νομίζω, υπάρχει κάποια υπερβολή με την έννοια, όταν δεν συμπαθείς κάποιον καλλιτέχνη, κάποιο συνάδελφο, μπορεί να τον καταδόσεις, ότι σε παρενόχλησε σεξουαλικά. Βέβαια υπάρχουν και κάποιες αλήθειες, αλλά πάντα υπάρχει η υπερβολή.
Οι φίλοι σου είναι εντός ή εκτός του επαγγελματικού σου χώρου;
Κυρίως από τον επαγγελματικό μου χώρο, έχω όμως και δυο- τρεις εκτός επαγγέλματος, αλλά το ενενήντα τοις εκατό παραμένουμε φίλοι πενήντα ολόκληρα χρόνια με ανθρώπους του επαγγέλματος.
Υπήρξες στενός φίλος του αείμνηστου Δάκη απ’ ότι ξέρω.
Πάρα πολύ πενήντα χρόνια και τον λάτρευα σαν άνθρωπο και σαν καλλιτέχνη διεθνούς εμβέλειας θα έλεγα και ειλικρινά συγκλονίστηκα με το θάνατό του, ενώ ήξερα, ότι ήταν πολύ βαριά άρρωστος και δεν μπόρεσα δυστυχώς να πάω στην κηδεία του, γιατί εκείνη την ημέρα εγώ ήμουν στο νοσοκομείο Σωτηρία με πνευμονία .
Πως είναι η υγεία σου σήμερα, είσαι καλά;
Σε γενικές γραμμές είμαι καλά, έχω κάποια μικροπροβλήματα λόγω ηλικίας, έχω μεγαλώσει, είμαι 85 χρόνων, δεν γίνεται να μην έχω μικροπροβλήματα.
Είναι λογικό. Μου είπες προηγουμένως, ότι είχες φιλίες στον καλλιτεχνικό χώρο. Αντιζηλίες αντιμετώπισες ποτέ;
Όχι ποτέ. Πάντα ήμουν φίλος με όλους και με αυτούς, που δούλεψα όλα αυτά τα χρόνια ήταν άνθρωποι χαμηλών τόνων και με αυτούς παραμένω φίλος ακόμα, όχι δεν αντιμετώπισα αντιζηλίες, δεν μπορώ να πω ψέματα, ήμουν φίλος με όλους, όλοι με αγαπούσαν και με εκτιμούσαν, όπως εκτιμούσα κι εγώ αυτούς.
Σπουδαία! Υπήρξες ο Ζεν πρεμιέ, που μεσουράνησες στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Προτάσεις και συμμετοχές σε κινηματογραφικές ταινίες είχες;
Μεγάλη κουβέντα το Ζεν πρεμιέ θα έλεγα, ότι ήμουν ένας συμπαθής νέος, δεν είχα προτάσεις όμως για ταινίες. Παρότι γνώριζα τον Αλέκο Σακελλάριο και με θαύμαζε και είχα κάνει πολλές εκπομπές στην τηλεόραση μαζί του, δεν έτυχε. Ξέρεις ήμουν κι εγώ ένας άνθρωπος, που ποτέ δεν παρακαλούσα. Ήμουν πολύ ντροπαλός, συνεσταλμένος και ποτέ δεν θα έλεγα, πάρτε με κι εμένα σε κάποια ταινία, ποτέ δεν το είπα αυτό. Δεν μου έκαναν ποτέ πρόταση, έχω τραγουδήσει σε δυο-τρεις ταινίες, αυτά .
Συνυπήρξες στη σκηνή με Μανώλη Χιώτη, Μαίρη Λίντα, Στέλιο Καζαντζίδη, Μαρινέλλα και Μπιθικώτση σε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη ερμηνεύοντας τραγούδι του συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλου σε στίχους του Νίκου Γκάτσου με σόλο πιάνο το Μάνο Χατζηδάκη. Αν μου έλεγες, ότι είχες τρακ σε εκείνη σου την εμφάνιση, λογικό θα το έβρισκα.
Δεν ήταν μόνο τρακ, έτρεμα ολόκληρος και πριν βγω στη σκηνή ήμουν στο παρά πέντε να σηκωθώ να φύγω από άγχος, όμως , όταν βγήκα, λειτούργησε κάτι το εξωπραγματικό, θα έλεγα ,με την παρότρυνση του κοινού, βρήκα τον εαυτό μου, μάλιστα αυτή η συναυλία είχε τόσο μεγάλη επιτυχία, που επαναλήφθηκε μετά από δεκαπέντε μέρες. Παρουσιάστρια της συναυλίας ήταν η μεγάλη Μάρω Κοντού, η οποία ακούγεται και στο τραγούδι Βάγια, που με παρουσιάζει και που εκεί κάνω την πρώτη μου εμφάνιση. Πολύ μεγάλο τρακ και τώρα ακόμα σε αυτή την ηλικία μετά από εξήντα τόσα χρόνια παρουσίας έχω τρακ κι αυτό, που σου λέω, είναι η πραγματικότητα. Πριν από δέκα μέρες έκανα μια συναυλία, μετά από τρία χρόνια, που είχα να τραγουδήσω και έτρεμα ολόκληρος και ρώταγα κι όλοι μου έλεγαν, ότι πήγα θαυμάσια, αλλά εγώ έλεγα όχι, δεν είναι αυτό, που ήθελα για τον εαυτό μου. Βέβαια, όταν είδα κάποια βιντεάκια, που τράβηξαν κάποιοι φίλοι, αναθεώρησα τις απόψεις μου, αλλά το τρακ, πάντα υπάρχει.
Το τρακ, που είναι το ίδιον του μεγάλου καλλιτέχνη. Τραγούδησες λοιπόν Χατζηδάκη, Θεοδωράκη, Πλέσσα κι όμως είναι αρκετοί, αυτοί, που δεν το γνωρίζουν.
Έχω τραγουδήσει σαράντα τραγούδια του Πλέσσα, πριν από το λαϊκό του πέρασμα, όλο του το ελαφρό ρεπερτόριο. Μάνο Χατζηδάκη έχω πει με την ελαφρά ορχήστρα, τα οποία δισκογραφήθηκαν μετά, πάνω από δέκα τραγούδια με αποκορύφωμα το «Ένα μύθο θα σας πω». Επίσης του Μίκη Θεοδωράκη πολλά τραγούδια με πρώτο το «Μέσα στα μαύρα σου κυρά μου τα μαλλιά» και έκανα και μια συναυλία με το Μίκη στην Αρχαία Ολυμπία, όπου η κόρη του η Μαργαρίτα ήταν η οργανώτρια και τραγούδησα Μίκη. Κάποιοι νέοι συνθέτες, δεν θέλω να αναφέρω ονόματα, γνωστοί όμως, είπαν στη Μαργαρίτα, τι δουλειά έχει ο Τέρης Χρυσός στη συναυλία του πατέρα σου και η Μαργαρίτα τους αποστόμωσε, όταν τους είπε, ο Τέρης Χρυσός είναι ένας εκ των πρώτων, που τραγούδησε με τον πατέρα μου το 1961 στο θέατρο Κεντρικό.
Μπράβο της! Υπήρξαν ίσως καλά τραγούδια σου, που δεν έτυχαν τέτοιας αποδοχής και δεν σημείωσαν μεγάλη επιτυχία;
Υπήρξαν και υπάρχουν πολλά τραγούδια μου, που και τα πίστευα και δεν πέρασαν στον κόσμο, ίσως να φταίει και η εταιρεία μου γι’αυτό, διότι η εταιρεία πάντα προβάλλει το εμπορικό κομμάτι και υπήρξαν τραγούδια, που δεν ήταν πολύ εμπορικά, ήταν όμως καταπληκτικά τραγούδια, αλλά δεν πέρασαν στον κόσμο. Υπάρχει ένα τραγούδι, που λέγεται «Ένα τραγούδι», το οποίο είναι εκπληκτικό, υπάρχει το Feelings στα ελληνικά, που λέγεται « Βρέχει», που έγραψε στίχο η Σάσα Μανέττα και άλλα πολλά. Ξέρεις, έχω πει περίπου πεντακόσια τραγούδια δισκογραφικά και με την ελαφρά ορχήστρα των σαράντα οργάνων και των διαφόρων συνθετών και μαέστρων χίλια πεντακόσια τραγούδια εκ των οποίων εγώ σώζω διακόσια.
1968 και ο δίσκος 45 στροφών και τα τραγούδια «Μύλος η καρδιά μου» και «Τώρα πια», « Τι σου κάνω Μαίρη», «Μάθημα το πάθημα» «Μικρή Ντηλάιλα» και το θρυλικό «Τάκα -τάκα –τα», «Που ζητάς να πας» . « Όνειρο», νοσταλγικά ερωτικά και αισιόδοξα τραγούδια, γνωστές επιτυχίες, που έγιναν διαχρονικές και που ο κόσμος μέχρι και σήμερα σου ζητάει σε κάθε σου εμφάνιση. Ο κόσμος σε λάτρεψε μέσα από τα τραγούδια σου. Γιατί αγαπήθηκαν τόσο πολύ αυτά τα τραγούδια Τέρη;
Αγαπήθηκαν, γιατί είχαν μια αλήθεια κι εγώ ήμουν αληθινός και τώρα όπου πάω με κυνηγάει πάντα το «Τάκα τάκα» μετά από πενήντα τέσσερα χρόνια. Ήταν καλά τραγούδια, καλά δομημένα, να λέμε και την αλήθεια, ήταν αισιόδοξα επίσης και πήγαιναν πάρα πολύ στον ήχο της φωνής μου. Η «Ντηλάιλα» τότε, εκείνα τα χρόνια, που βγήκε, που ήταν και ο Tom Jones, το μεγαθήριο της Ευρώπης με μένα στα ελληνικά πούλησε εκατό χιλιάδες δίσκους, όμως τότε δεν είχε θεσπιστεί ο χρυσός δίσκος και πήγα χαμένος χωρίς να πάρω χρυσό δίσκο, ενώ τώρα παίρνουν χρυσούς δίσκους με πέντε χιλιάδες κομμάτια, άσε που τώρα δεν υπάρχει δισκογραφία, δεν τυπώνονται πλέον δίσκοι, όλα γίνονται ψηφιακά και μέσω youtube.
Η τεχνολογία λοιπόν στην υπηρεσία της μουσικής. Ένα σχόλιό σου;
Youtube, πολύ κακό για μένα. Πρώτα –πρώτα δεν μπορεί ο άλλος να έχει το δίσκο στο αυτοκίνητό του, να το βάλει να το ακούσει, γιατί δεν υπάρχει δίσκος. Δεν υπάρχουν συνθέτες, δεν γράφουν πλέον οι συνθέτες, διότι δεν έχουν λόγο, διότι δεν κερδίζουν. Αλλά και οι τραγουδιστές, εμείς, που δεν παίρνουμε ούτε από το youtube φράγκο.
Σήμερα ασχολείσαι με την ηχογράφηση νέων τραγουδιών;
Ναι, ασχολούμαι πάρεργα θα έλεγα, κάπου το βαριέμαι, αλλά λειτουργεί το εγώ μου και λέω, άσε να το πω. Έχω τώρα ένα τραγούδι ακόμα, που είναι να πω δισκογραφικά, ας το πούμε δισκογραφικά, γιατί δεν τυπώνονται, όπως είπαμε δίσκοι, απλά θα ανέβει στο youtube. Αυτό είναι όλο. Αυτές τις μέρες περιμένω να ηχογραφήσω ένα καινούριο τραγούδι ενός νέου συνθέτη πολύ καταξιωμένου, που έχω πει πολλά τραγούδια του και που το όνομά του είναι Θάνος Μπένος και σε στίχους του Ηλία Μαρουλάκη.
Πολύ ωραία, το αναμένουμε λοιπόν. Τέρη μου όλα αυτά τα χρόνια διασκεδάζεις τους θαυμαστές σου, που δεν χάνουν ευκαιρία να σε απολαύσουν σε κάθε σου εμφάνιση και όσους από αυτούς δεν μπορούν να σε δουν από κοντά, επειδή βρίσκονται ενδεχομένως σε κάποια επαρχιακή πόλη ή σε κάποιο χωριό, αλλά ακούνε τα τραγούδια σου . Πες μου, που εμφανίζεσαι αυτή τη στιγμή;
Δεν εμφανίζομαι πια μόνιμα, γιατί δεν υπάρχουν μόνιμες δουλειές. Κάνω κάποιες σποραδικές συναυλίες, όπως σου είπα, πριν δέκα μέρες είχα κάνει μια συναυλία μετά από τρία χρόνια λόγω των ασθενειών, που πέρασα. Θα κάνω κάποιες συναυλίες τώρα, που αναπτερώθηκε λίγο το ηθικό μου και ελπίζω να πάνε καλά. Οι νέοι τραγουδιστές, που εμφανίζονται σε κάποια κέντρα, μη νομίζεις, ότι δουλεύουν κάθε μέρα, δουλεύουν μόνο Σάββατο-Κυριακή, ενώ εγώ την εποχή εκείνη και άλλοι τραγουδιστές δουλεύαμε επτά ημέρες την εβδομάδα, δηλαδή παρακαλάγαμε για ένα ρεπό, μόνο την Καθαρά Δευτέρα και τη Μεγάλη Παρασκευή είχαμε.
Είναι γνωστό, έτσι ακριβώς, όπως τα λες. Είχες λοιπόν μια ανοδική πορεία, που δε συνάντησε εμπόδια μα και τίποτα δε σε σταματά πια και πολύ λογικά βίωσες μεγάλο θαυμασμό. Υπήρξαν ίσως και ακραία περιστατικά λατρείας, μια γλυκιά ανάμνηση, που θα μπορούσες να μοιραστείς μαζί μας;
Ακραία δεν θα έλεγα, υπερβολικά, μου σχίζανε τα ρούχα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για να πάρουν αυτόγραφο. Ένα περίεργο περιστατικό σε κάποιο αναψυκτήριο, που εμφανιζόμουν και είχα πάει με το μικρό μου αυτοκινητάκι να τραγουδήσω, μου ζητάγανε αυτόγραφα, τους έδινα και όταν μπήκα στο αυτοκίνητο να πάω στη βραδινή μου δουλειά, τότε περίπου εκατό άτομα σήκωσαν το αυτοκίνητο στα χέρια τους με μένα μέσα και με πήγαν εκατό μέτρα πιο πέρα. Αυτή ήταν μεγάλη πρωτοτυπία για μένα.
Αν μου επιτρέπεις να συμπληρώσω και εκδήλωση άκρατου θαυμασμού. Έχεις ζήσει μεγάλους έρωτες;
Έρωτες μεγάλους όχι, αλλά τρεις φορές ήταν να παντρευτώ, μία στην Αμερική και δύο εδώ, αλλά δεν τα κατάφερα, γιατί η μητέρα μου ήταν πάντα μπροστά και η μία της «ξύνιζε» και η άλλη της «βρώμαγε» κι εγώ σαν μαμάκιας, θα έλεγα, την άκουγα κι έτσι έμεινα στο ράφι.
Το ράφι είναι για τα προϊόντα κι όχι για τους ανθρώπους, θέλω να σου πω, για να ελαφρύνουμε κιόλας την ατμόσφαιρα.
Εν πάση περιπτώσει έμεινα μόνος, ενώ θα μπορούσα να είχα κάνει οικογένεια, παιδιά βέβαια αν είχα κάνει, θα είχανε φύγει τώρα, δεν θα ήταν μαζί μου, αλλά όπως και να ΄χει το έχω μετανοιώσει.
Όλα είναι επιλογές ίσως και τυχερά, αλλά γίνονται για κάποιο λόγο, πιστεύω. Υπήρξε κάποια σχέση σου με γνωστή καλλιτέχνιδα, που δεν γνωστοποιήθηκε;
Ποτέ. Πάντα είχα φιλικές σχέσεις, αλλά ποτέ ερωτικές.
Επειδή δεν ήθελες να μπλέξεις τα επαγγελματικά με τα προσωπικά;
Δεν ήθελα να τα μπλέξω και, όταν είναι και οι δύο καλλιτέχνες, δε γίνεται σωστή οικογένεια.
Πως είσαι σήμερα στην προσωπική σου ζωή;
Φτωχικά θα έλεγα, αλλά με αξιοπρέπεια. Έχω ένα διαμερισματάκι πενήντα πέντε τετραγωνικών, όπου ζω μόνος μου με δύο γάτες. Δόξα τω θεώ τα καταφέρνω μόνος μου, μαγειρεύω, ψωνίζω ,όλα τα κάνω και ζω με μία αξιοπρέπεια. Όταν όμως δω, ότι δεν τα καταφέρνω κι ότι δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα, τότε θα πάω σε κάποιο γηροκομείο. Αυτή είναι η πραγματικότητα και η σκέψη μου για το μέλλον, αν δω ,ότι είμαι ανήμπορος
Εγώ θα σου ευχηθώ να είσαι πάντα καλά και να μη χρειαστεί να συμβεί κάτι τέτοιο, να είσαι πάντα στο σπίτι σου και με αγαπημένους σου ανθρώπους.
Ας είμαι καλά, εδώ έχω φίλους, με αγαπάνε, μιλάω, έχω συναδέλφους, αν και οι περισσότεροι μεταξύ μας έχουν φύγει και ειλικρινά υπάρχουν στιγμές, που το λέω αυτό έτσι δημοσίως, ντρέπομαι γιατί ζω, όταν βλέπω τις φωτογραφίες, ότι το ενενήντα τοις εκατό των συναδέλφων μου έχουν φύγει.
Ο καθένας μας θα φύγει στη δικιά του ώρα Τέρη, που εμείς δεν την γνωρίζουμε.
Έτσι ακριβώς στη δικιά του ώρα, που έχει κανονίσει ο θεός.
Πως περνάς τον ελεύθερο χρόνο σου;
Περνάω τον ελεύθερο χρόνο μου βλέποντας πολύ τηλεόραση, όπου βλέπω τα πάντα, δεν αφήνω τίποτα, από δελτία ειδήσεων, από σίριαλ, έχω το Netflix, βλέπω ξένες ταινίες και να σου πω, ότι ασχολούμαι πολύ και με το ίντερνετ κι έτσι γυμνάζω τον εγκέφαλό μου.
Ο Τζίμης Πανούσης στα πλαίσια της σάτιράς του και με το καυστικό του χιούμορ είχε γιγαντώσει τη φήμη, που κυκλοφορούσε, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι γιος σου. Κάποιος άλλος καλλιτέχνης στη θέση σου θα εκμεταλλευόταν και θα συντηρούσε αυτή τη φημολογία, για να βρίσκεται στην επικαιρότητα, πράγμα, που εσύ δεν έκανες, δεν το είχες και ανάγκη άλλωστε. Εκείνο, που ήθελα να σε ρωτήσω, είναι, αν αυτή η παραφιλολογία δημιουργήθηκε λόγω της ομοιότητάς σου με τον Πρωθυπουργό και λόγω των ισχυρών δεσμών, που είχες με την οικογένεια Μητσοτάκη και εν τέλει αυτή η ιστορία έβλαψε εσένα ή τον Τέρη Χρυσό, είχε δηλαδή για σένα κόστος προσωπικό ή επαγγελματικό ή μήπως και τα δύο;
Ο Τζίμης Πανούσης, ο συγχωρεμένος, μου έκανε πολύ μεγάλο κακό στην καριέρα μου και στην προσωπική μου ζωή. Πραγματικά έχω μια μικρή ομοιότητα στο πρόσωπο και τίποτα παραπάνω, ούτε τον δει, τον κύριο Μητσοτάκη, ούτε ξέρω τίποτα. Το μόνο, που γνώρισα τον πατέρα του και τη μητέρα το, οι οποίοι ήταν θαμώνες του Ακροπόλ Παλλάς με το Γιώργο Μουζάκη, που δούλευα κι ερχόντουσαν πολύ συχνά, τίποτα περισσότερο από όλα αυτά. Στην επαγγελματική μου καριέρα μου έκανε κακό, γιατί δεν πίστεψαν τις διαψεύσεις, που έχω κάνει κατά κόρον και νομίζοντας όλοι, ότι εγώ είμαι πατέρας του Κυριάκου, ότι είμαι βεβαίως και στο ίδιο κόμμα και όλοι των άλλων κομμάτων έγιναν εχθροί μου. Επικρίθηκα και το τι σχόλια λαμβάνω στο facebook δεν μπορώ να δυο πω. Λυπάμαι πάρα, πάρα πολύ και θα ήθελα να παρακαλέσω τον κόσμο και εσάς προσωπικά να το δημοσιεύσετε αυτό με μεγάλα γράμματα, να σταματήσουν να με ενοχλούν με αυτό το θέμα. Δεν έχω καμία μα καμία συγγένεια με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ούτε τον έχω δει ποτέ στη ζωή μου και μία φορά, που ζήτησα, να τον δω για το θέμα της συντάξεώς μου, όχι ως Πρωθυπουργό, αλλά ως υπουργός, που ήταν σε προηγούμενη κυβέρνηση, δεν με δέχτηκε. Αυτή είναι όλη η αλήθεια και τους παρακαλώ από τα βάθη της καρδιάς μου να σταματήσουν να με ενοχλούν με αυτά τα ειρωνικά σχόλια, που μου στέλνουν, τα οποία εγώ δεν τα καταλαβαίνω. Γιατί ,επειδή έτυχε να μοιάζει λίγο το πρόσωπό μου; είναι εξωπραγματικό δηλαδή. Σας παρακαλώ πάρα πολύ σταματήστε, δεν έχω συγγένεια και ξέρετε τί μου λένε, όταν τα έλεγα αυτά; μα τί θα πει ο Τέρης, θα πει την αλήθεια, αφού του έχουν δώσει εκατομμύρια; Μα, άμα είχα εκατομμύρια, θα έμενα σε ένα διαμέρισμα πενήντα πέντε τετραγωνικών στην Κυψέλη, είναι δυνατόν; Αυτή είναι η αλήθεια.
Τέρη μου υποκλίνομαι στην κατάθεση της αλήθειας σου και για αυτόν τον επιπλέον λόγο έχεις όλο το σεβασμό μας. Φίλες και φίλοι αυτός είναι ο αυθεντικός, ευγενικός και σεμνός, παρότι μεγάλος καλλιτέχνης, Τέρης Χρυσός, που μπροστά σας σήμερα χωρίς δισταγμό ξεγύμνωσε την ψυχή του ξεδιπλώνοντας πτυχές της ζωής του και που ήρθε στην παρέα μας για ερωτικά κανταδόρικα για όλους εσάς μουσικά σκιρτήματα. Τέρη Χρυσέ είσαι η διαχρονικά χρυσή μετοχή του ελληνικού τραγουδιού και σ’ ευχαριστούμε πολύ, μα πάρα πολύ για τη σημερινή σου παρουσία στην onenews.gr, να είσαι πάντα καλά, να έχεις υγεία και πάντα δημιουργικός να μας χαρίζεις ανέμελες στιγμές με τη θεσπέσια φωνή σου.
Εγώ ευχαριστώ πάρα μα πάρα πολύ εσένα Άννα μου, την onenews.gr και όλους τους ανθρώπους, που θα διαβάσουν τις αλήθειες, που κατέθεσα σήμερα και τους ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου, που με στηρίζουν όλα αυτά τα εξήντα τόσα χρόνια της καριέρας μου. Χίλια ευχαριστώ, να έχετε την υγειά σας και να είστε όλοι καλά.
Με αγάπη Τέρης Χρυσός.