Σε πλήρη εξέλιξη είναι το ενεργειακό θρίλερ με τη στρόφιγγα στον Nord Stream κλειστή και τις τιμές καρφωμένες στα ύψη.
Το φυσικό αέριο σήμερα ξεπερνά εκ νέου τα 180 ευρώ η μεγαβατώρα και το ηλεκτρικό ρεύμα πετάει πάνω από τα 300 ευρώ.
Στο περιβάλλον αυτό εξελίσσονται σε θρίλερ οι τιμές ηλεκτρικού ρεύματος για τον Αύγουστο, που θα πρέπει να ανακοινωθούν έως τις 25 Ιουλίου χωρίς ρήτρα αναπροσαρμογής αλλά με άγνωστη ακόμη τιμή κιλοβατώρας. Η κυβέρνηση πάντως διαβεβαιώνει πως θα αυξάνει τις επιδοτήσεις όσο αυξάνουν οι τιμές.
Aν αυξηθούν κι άλλο οι τιμές στην ενέργεια λόγω της διακοπής για εργασίες συντήρησης στον Nord Stream 1 και εν τέλει «κλείσει» η στρόφιγγα, θα αυξηθεί και η επιδότηση από το κράτος, δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας.
Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν η Ελλάδα ήταν το πρώτο τρίμηνο του 2022 η τρίτη ακριβότερη χώρα στην ΕΕ στη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στα 237,8 ευρώ ανά MWh, πίσω από την Ιταλία, η οποία είχε την αρνητική πρωτιά με 248,8 ευρώ ανά MWh και τη Μάλτα με 239,2 ευρώ ανά MWh.
«Η ευθύνη για τις μεγαλύτερες αυξήσεις στο ρεύμα σε όλη την Ευρώπη ανήκει στην κυβέρνηση. 61% εμείς ενεργειακό πληθωρισμό, 39% ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης», σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας ενώ σύμφωνα με τον Νίκο Ανδρουλάκη «οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος παραμένουν στα ύψη. Η κυβέρνηση κατάργησε τη ρήτρα αναπροσαρμογής, ενσωματώνοντας τις επιπλέον χρεώσεις στις τιμές της κιλοβατώρας».
«Ψαλίδι» στην κατανάλωση ενέργειας
Την ίδια ώρα η ΕΕ βλέπει μεγάλο κίνδυνο να κλείσει εντελώς τη στρόφιγγα η Μόσχα και ετοιμάζεται να ανακοινώσει έκτακτο πακέτο μέτρων που έχει στην καρδιά του το «ψαλίδι» στην κατανάλωση ενέργειας και φτάνει έως και τη μείωση της θέρμανσης και της ψύξης.
«Όλοι μπορούν να εξοικονομήσουν φυσικό αέριο, ακόμα κι αν βρίσκονται σε τομείς υπό προστασία, όπως τα νοικοκυριά ή τα δημόσια κτίρια, οι βιομηχανίες που έχουν δυνατότητα αλλαγής καυσίμου και οι επιχειρήσεις ηλεκτρισμού, ανάλογα με το εθνικό πλαίσιο», αναφέρει η Κομισιόν.
Μελέτη του γερμανικού Ινστιτούτου Bruegel αναφέρει πως αν κλείσει η στρόφιγγα η ΕΕ θα πρέπει να προχωρήσει σε εξοικονόμηση 15% ενώ η Ελλάδα συγκαταλέγεται μαζί με χώρες όπως η Βουλγαρία και η Ουγγαρία στην ομάδα που θα πρέπει να προχωρήσουν σε δραστική μείωση ζήτησης 49% στο φυσικό αέριο για να βγάλουν το χειμώνα χωρίς τις ροές από τη Ρωσία. Ήδη πάντως ο λιγνίτης επιστρέφει δυναμικά στο εγχώριο ενεργειακό μείγμα.
«ΒΟΜΒΑ» από Ρωσία: «Δεν ΦΤΑΙΜΕ αν οι Ευρωπαίοι ΠΑΓΩΣΟΥΝ τον χειμώνα»!
Ο ρωσικός κολοσσός φυσικού αερίου Gazprom δήλωσε σήμερα πως δεν μπορεί να εγγυηθεί την καλή λειτουργία του αγωγού Nord Stream 1, που εξυπηρετεί την Ευρώπη, λέγοντας ότι αδυνατεί να επιβεβαιώσει ότι θα ανακτήσει μια γερμανική τουρμπίνα που είχε σταλεί για επιδιόρθωση στον Καναδά.
«Η Gazprom δεν έχει στην κατοχή της κανένα έγγραφο που επιτρέπει στη Siemens να βγάλει από τον Καναδά τον κινητήρα της τουρμπίνας αερίου», που η Οτάβα λέει ωστόσο πως θέλει να επιστρέψει στο Βερολίνο, ανέφερε η Gazprom σε μια ανακοίνωση.
«Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι δυνατό να εξαγάγουμε αντικειμενικό συμπέρασμα σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της κατάστασης σχετικά με τη λειτουργία με πλήρη ασφάλεια», του αγωγού, προσθέτει ο όμιλος.
Με άλλα λόγια κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει τον χειμώνα που έρχεται!!!
Εξάλλου, ο Ντμίτρι Μπιριχέφσκι, επικεφαλής του τμήματος οικονομικής συνεργασίας του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, δήλωσε σύμφωνα με το γερμανόφωνο Russia Today – ΕΔΩ:
«Δεν φταίει η Ρωσία που οι Ευρωπαίοι πρέπει να μένουν χωρίς θέρμανση τον χειμώνα και χωρίς κλιματισμό το καλοκαίρι. Οι κυρώσεις έχουν αποτέλεσμα μπούμερανγκ στις δυτικές οικονομίες»!
Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει επείγουσες ενέργειες σε ολόκληρη την οικονομία και την αγορά, που φτάνουν έως και σε μέτρα για τη μείωση της θέρμανσης και της ψύξης!!!
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βλέπει μεγάλο κίνδυνο να σταματήσει φέτος τις αποστολές καυσίμων η Μόσχα, μονομερώς και απροειδοποίητα, σύμφωνα με προσχέδιο εγγράφου που επικαλείται το Bloomberg. Για να προετοιμαστεί γι’ αυτό το σενάριο, σχεδιάζει πρόσθετα μέτρα με στόχο τον περιορισμό στην κατανάλωση φυσικού αερίου και τη μείωση του κόστους για τις επιχειρήσεις και τους οικιακούς καταναλωτές στο μέλλον.