H μπότα ενός από τους αντάρτες πάνω στη σπασμένη προτομή του Χαφέζ Άσαντ – πατέρα του Μπασάρ –AP Photo/Hussein Malla
Επιμέλεια – Σπύρος Κόλλιας
Οι κρότοι από τους εορταστικούς πυροβολισμούς έχουν γεμίσει τους δρόμους της Δαμασκού από τις πρώτες κιόλας ώρες που ακολούθησαν την κατάρρευση του καθεστώτος του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ. Όμως, όσο πανηγυρικές και αν είναι οι σκηνές που καταγράφονται τις τελευταίες ημέρες για το τέλος μισού αιώνα τυραννίας, δεν μπορούν να σκεπάσουν την αγωνία της πρόκλησης που αντιμετωπίζουν οι νικητές ισλαμιστές αντάρτες, η αστραπιαία προέλαση των οποίων στη συριακή πρωτεύουσα τράβηξε την προσοχή όλου του κόσμου.
Οι αντάρτες – υπό την ηγεσία της ομάδας Hayat Tahrir Al-Sham (HTS) – καλούνται πλέον να ενώσουν μια χώρα που έχει διασπαστεί από τον εμφύλιο πόλεμο που διήρκεσε περισσότερο από μια δεκαετία και στην οποία παραμένουν δεκάδες βαριά οπλισμένες πολιτοφυλακές και απομεινάρια του παλαιού καθεστώτος.
Το χάος που ακολούθησε τις ώρες μετά την πτώση της πρωτεύουσας υπενθύμισε έντονα το τεράστιο μέγεθος αυτού του προβλήματος: Τουλάχιστον 28 άνθρωποι σκοτώθηκαν από τους εορταστικούς πυροβολισμούς, δήλωσε ο Σύρος υπουργός Υγείας στο Al-Arabiya, πολίτες εισέβαλαν στα παλάτια του Άσαντ, λεηλάτησαν καταστήματα και έκλεψαν σακούλες με μετρητά από την κεντρική τράπεζα – γεγονός που ώθησε ακόμη τους νέους ηγέτες να κηρύξουν απαγόρευση κυκλοφορίας για κάποιες ώρες.
Το χάος και το κενό εξουσίας
Μέχρι το σούρουπο, εκτός από τις περιστασιακές αδέσποτες σφαίρες, η σιωπή διακόπτονταν μόνο από τον ήχο των αεροπορικών επιδρομών. Το Ισραήλ δήλωσε έκτοτε ότι έπληξε «στρατηγικά οπλικά συστήματα, υπολειμματικές δυνατότητες χημικών όπλων και ρουκέτες μεγάλης εμβέλειας», που ανήκαν στον στρατό του Άσαντ.
«Οι πυροβολισμοί συνεχίστηκαν για 11 ώρες. Μετά από τέσσερις ώρες κατέρρευσα κλαίγοντας, νιώθοντας ότι με βασανίζουν. Μόλις άρχισε να κοπάζει το πρώτο μαρτύριο, οι Ισραηλινοί άρχισαν να μας βομβαρδίζουν», δήλωσε στο CNNi ένας 25χρονος δικηγόρος και κάτοικος μιας αριστοκρατικής συνοικίας της Δαμασκού, ζητώντας να διατηρήσει την ανωνυμία του για λόγους ασφαλείας.
Οι αντάρτες ονειρεύονταν αυτή τη μέρα εδώ και χρόνια, αλλά ακόμη και αυτοί φαίνεται να αιφνιδιάστηκαν από την ταχύτητα και την ευκολία της προέλασής τους.
Πλέον η βιασύνη τους έχει να κάνει με την αποφυγή ενός νέου κενού εξουσίας και να αποτρέψουν το είδος του χάους που σχεδόν αναπόφευκτα προκύπτει όταν ένα καθεστώς 50 ετών ανατρέπεται μέσα σε λίγες ημέρες.
Ο Άσαντ σχεδίαζε να εγκαταλείψει τη χώρα
Προς το παρόν, δεν είναι καν απολύτως σαφές ποια μορφή θα έχει η νέα κυβέρνηση. Μετά την κατάληψη της Δαμασκού, οι αντάρτες έδωσαν εντολή στον πρωθυπουργό του Άσαντ Μοχάμαντ Γκαζί αλ Τζαλάλι να συνεχίσει τα καθήκοντά του μαζί με το υπουργικό του συμβούλιο μέχρι να οριστεί μια μεταβατική ομάδα. Αλλά ο Τζαλάλι είχε λίγες απαντήσεις για το μέλλον της διακυβέρνησης της πόλης όταν μίλησε στο Sky News Arabia. Οι συνεργάτες του έδειχναν εξίσου αβέβαιοι.
«Μιλήσαμε με τον πρωθυπουργό και η κατεύθυνση ήταν να συνεχιστούν οι εργασίες, είμαστε ανένδοτοι να επιστρέψει η κανονική ζωή… έχουμε ακούσει ότι θα σχηματιστεί μεταβατική κυβέρνηση, αλλά δεν ξέρουμε πότε», δήλωσε ο υπουργός Βιομηχανίας της κυβέρνησης Άσαντ, Μοχάμαντ Σαμέρ αλ-Χαλίλ σε τηλεφωνική συνέντευξη στο CNNi. Το… κενό που υποδέχτηκαν οι αντάρτες θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμη και ως αποχαιρετιστήριο «δώρο» από τον Άσαντ.
Ο Άσαντ, ο οποίος δεν έχει προβεί σε καμία δημόσια δήλωση από τότε που άρχισε η προέλαση των ανταρτών πριν από δύο εβδομάδες, φαίνεται ότι σχεδίαζε να «εγκαταλείψει την κυβέρνησή του, τον λαό του και τη χώρα του και να την αφήσει στο χάος» εάν η κατάσταση επιδεινωνόταν, δήλωσε ο πρωθυπουργός του. «Ίσως για να στείλει ένα μήνυμα στον λαό ότι «ή εγώ ή το χάος».
Ο Τζαλάλι είπε ότι λίγες ώρες προτού ο πρόεδρος διαφύγει στη Μόσχα είχε απευθυνθεί στον Άσαντ για να του εκφράσει την ανησυχία του για τις κινήσεις των ανταρτών, αλλά εκείνος… αδιαφόρησε: «Όταν του είπα ότι η κατάσταση είναι κρίσιμη, ότι οι πολίτεςμφεύγουν από τη Χομς προς την ακτή και ότι οι ένοπλες δυνάμεις έχουν καταρρεύσει… η απάντησή του ήταν… θα ασχοληθούμε με αυτό αύριο» και τότε «…έμεινα έκπληκτος».
Η μετεξέλιξη της Αλ Κάιντα σε… πολιτικό σύστημα
Προς το παρόν, οι απαντήσεις για το άμεσο μέλλον της χώρας φαίνεται να βρίσκονται στον ηγέτη του συνασπισμού ανταρτών HTS, Αμπού Μοχάμαντ αλ Τζολάνι (πραγματικό όνομα, Αχμάντ Αλ Σαράα), ο οποίος συναντήθηκε με τον Τζαλάλι, τον απερχόμενο πρωθυπουργό, χθες το πρωί.
Η άφιξη του Τζολάνι στη Δαμασκό το Σάββατο σηματοδότησε την πρώτη του επιστροφή στην πόλη όπου μεγάλωσε αφότου έφυγε πριν από δύο δεκαετίες για να ενταχθεί στον αγώνα της Αλ Κάιντα κατά των αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ. Για τέσσερα χρόνια είχε ηγηθεί της θυγατρικής της Αλ Κάιντα στη Συρία, του Μετώπου Αλ Νούσρα, αλλά τελικά αποσχίστηκε από αυτό, κήρυξε τον πόλεμο στον αντίπαλό του ISIS και ενορχήστρωσε τη δολοφονία του ηγέτη του.Τώρα, σέλνει ένα μήνυα μετασχηματισμού και μετριοπάθειας, λέγοντας στο CNNi την περασμένη εβδομάδα ότι η ένοπλη αντιπολίτευση της Συρίας σχεδιάζει τελικά να σχηματίσει μια κυβέρνηση που θα ορίζεται από θεσμούς και ένα «συμβούλιο που θα επιλέγει ο λαός».
Η ομάδα της οποίας ηγείται είναι από τις πιο οργανωμένες από τις πολλές παρατάξεις των ανταρτών που συμμετείχαν στην επίθεση, έχοντας περάσει τα τελευταία χρόνια κυβερνώντας 4 εκατομμύρια ανθρώπους στην Ιντλίμπ μέσω ενός ημι-τεχνοκρατικού οργάνου που ονομάζεται «Κυβέρνηση Συριακής Σωτηρίας».
Έχει ήδη κινητοποιήσει τους πολιτικούς της για να κυβερνήσουν τις μεγάλες πόλεις -συμπεριλαμβανομένης της δεύτερης μεγαλύτερης της Συρίας, του Χαλεπιού- που κατέλαβε την περασμένη εβδομάδα, και έχει αναπτύξει τις δικές της αστυνομικές δυνάμεις για να ασφαλίσει τους δρόμους της Δαμασκού.«Λάβετε υπόψη σας ότι η Ιντλίμπ είναι μικρή και χωρίς πόρους, μπορέσαμε να κάνουμε πολλά στο παρελθόν», δήλωσε ο Αλ Τζολάνι στον πρωθυπουργό κατά την ενημέρωση για την επερχόμενη μεταβατική κυβέρνηση. Παρόλα αυτά, η ισλαμιστική ομάδα δεν έχει ποτέ κυβερνήσει μια μεγάλη περιοχή με διαφορετικές θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες, πολυάριθμες ένοπλες παρατάξεις ανταρτών και σπάνιους πόρους.
«Η Ιντλίμπ είναι μια πολύ μικρότερη περιοχή προς διακυβέρνηση και τα τρία τέταρτα του πληθυσμού είναι εκτοπισμένοι, οπότε υπάρχει μεγάλη βοήθεια από τον ΟΗΕ και τις ΜΚΟ για την παροχή βοήθειας», δήλωσε ο Ααρον Ζέλιν, ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτου της Ουάσινγκτον. «Η HTS έπρεπε να επικεντρωθεί μόνο στο ένα τέταρτο του πληθυσμού».
Ακόμη και στην Ιντλίμπ, ο Τζολάνι πέρασε χρόνια προσπαθώντας να εξαλείψει τις πολιτικές απειλές, ενώ όσοι κυβερνούσε διαμαρτύρονταν για τις συνθήκες διαβίωσης και τις άδικες κρατήσεις. Τώρα, επιδιώκει να δημιουργήσει ένα μεταβατικό όργανο διακυβέρνησης για 25 εκατομμύρια Σύρους και επιπλέον 6 εκατομμύρια πρόσφυγες που εγκατέλειψαν τη χώρα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.
Σαν να μην έφτανε αυτό, πρέπει ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει δεκάδες υποστηριζόμενες από την Τουρκία μαχητικές ομάδες που ενδέχεται να αρνηθούν να παραγκωνιστούν στη μεταβατική περίοδο, καθώς και μια ισχυρή ένοπλη κουρδική ομάδα που ελέγχει μεγάλα εδάφη στη βορειοανατολική Συρία.
Στη συνέχεια, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ισχυρές πολιτοφυλακές που υποστηρίζονται από το Ιράν στο γειτονικό Ιράκ.
«Οποιοσδήποτε είναι καλύτερος από τον Άσαντ»
Οι κάτοικοι της Δαμασκού δήλωσαν στο CNNi ότι είναι ευτυχείς που ο Άσαντ έφυγε, αλλά παραμένουν ανήσυχοι για την ισλαμιστική ιδεολογία που ακολουθούν οι αντάρτες. Για παράδειγμα, οι θρησκευτικές μειονοτικές ομάδες, όπως οι Αλαουΐτες, οι Ισμαηλίτες, οι Δρούζοι και οι Χριστιανοί, θα πρέπει να υπολογίζουν την πιθανή εφαρμογή μιας αυστηρής ερμηνείας του νόμου της Σαρία, την οποία οι αντάρτες έχουν δηλώσει ότι θα επιδιώξουν να εφαρμόσουν.
Οι ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι επίσης ανήσυχες, με ορισμένες να έχουν κατηγορήσει την HTS και άλλες ομάδες κατά του καθεστώτος ότι βασανίζουν και κακοποιούν αντιφρονούντες σε περιοχές που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους – μεταξύ άλλων στις βορειοδυτικές επαρχίες Ιντλίμπ, δυτική Χομς και Χαλέπι.
Ακόμα κι έτσι, υπάρχουν πολλοί στη Δαμασκό που όπως η Ρανίμ, μια 45χρονη μητέρα δύο παιδιών, είναι συγκρατημένα αισιόδοξοι, λέγοντας ότι «ο καθένας είναι καλύτερος από τον Άσαντ». «Οι άνθρωποι έχουν φτάσει σε ένα σημείο όπου δεν μπορούσαν να ζήσουν άλλο, σε ένα σημείο όπου θα δέχονταν οποιονδήποτε να μας κυβερνήσει», δήλωσε στο CNNi.
Η ζωή δεν έχει επιστρέψει ακόμη στο φυσιολογικό, παραδέχτηκε η Ρανίμ, αλλά είναι πρόθυμη να περιμένει και να δει: «Υπάρχουν άνθρωποι που ανησυχούν για την ισλαμική κυριαρχία και τις αντάρτικες φατρίες, αλλά κατά τη γνώμη μου, αν περιμέναμε 50 χρόνια διακυβέρνησης από τον Άσαντ, γιατί να μην δώσουμε μια ευκαιρία σε αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους και κατέβαλαν προσπάθειες για να μας απελευθερώσουν».