Γαλάζια Λίμνη. Η ταινία που σημάδεψε τη δεκαετία του ΄80.Πώς είναι σήμερα οι πρωταγωνιστές της «Γαλάζιας Λίμνης», μετά την πρώτη προβολή της ταινίας

Γαλάζια Λίμνη. Η ταινία που σημάδεψε τη δεκαετία του ΄80.Πώς είναι σήμερα οι πρωταγωνιστές της «Γαλάζιας Λίμνης», μετά την πρώτη προβολή της ταινίας

ΑΡΓΥΡΗΣ ΝΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Γαλάζια Λίμνη. Η ταινία που σημάδεψε τη δεκαετία του ΄80. Οι παραγωγοί λογοδότησαν στη Γερουσία για τις γυμνές σκηνές της Μπρουκ Σιλντς…

Η «Γαλάζια Λίμνη» είναι μια ταινία που έχει σημαδέψει την παιδική μας ηλικία.

Μπορεί να έχουν περάσει πολλά χρόνια από την δεκαετία του 1980 όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά, ωστόσο, συνεχίζουμε να την παρακολουθούμε κάθε φορά που παίζεται σε επανάληψη στην τηλεόραση.

Ο αγνός έρωτας, το μαγευτικό τοπίο, η άγρια και πρωτόγονη ομορφιά που προβάλλονται, μας γοητεύουν.

Πρωταγωνιστές, δύο νέοι -τότε- ηθοποιοί, η Μπρουκ Σιλντς και ο Κρίστοφερ Άτκινς.

Η ηθοποιός με τα υπέροχα μάτια έκανε μεγάλη καριέρα από τότε, αντίθετα, ο ξανθός συμπρωταγωνιστής της έμεινε κυρίως στη μνήμη μας ως «Ρίτσαρντ».

Σήμερα είναι 57 ετών, παντρεύτηκε αλλά χώρισε ενώ απέκτησε δύο παιδιά.

Όταν δύο παιδιά ναυαγούν σε ένα τροπικό νησί μαζί με έναν γέρο ναύτη, αναγκάζονται να μάθουν σε έναν άλλον τρόπο ζωής για να επιβιώσουν. Και όταν ο γέρος πεθαίνει, μεγαλώνουν μόνα τους έχοντας μόνο ο ένας τον άλλο, και την αγάπη που αρχίσει να αναπτύσσεται μεταξύ τους.

Η ταινία του Ράνταλ Κλάιζερ, ρημέικ της ομότιτλης ταινίας του Φρανκ Λόντερ, ξαναμεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το ομώνυμο μυθιστόρημα του Χένρι ντε Βερ Στάκπουλ, που γράφτηκε το 1903.

Και, μέσα στην τροπική ομορφιά και και τον εξωτισμό ενός παραδεισένιου κόσμου του Νότιου Ειρηνικού, κατορθώνει να συλλάβει όλο το μεγαλείο του “ξυπνήματος της φύσης” σε δύο παιδιά.

Δύο μικρά παιδιά και ο μάγειρας του πλοίου επιβιώνουν μετά από ένα ναυάγιο και βρίσκουν καταφύγιο σ’ ένα τροπικό νησί. Ωστόσο, πολύ σύντομα ο μάγειρας πεθαίνει και τα δύο παιδιά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, απομένουν μόνα τους.

Οι μέρες γίνονται χρόνια και η ‘Εμελιν με τον Ρίτσαρντ γίνονται ένα με τα υπόλοιπα εξωτικά πλάσματα που κατοικούν στο παραδεισένιο αυτό νησί. Παίζουν μαζί, αντιμετωπίζουν τις σωματικές και συναισθηματικές αλλαγές της ενηλικίωσης, ανακαλύπτουν την αληθινή αγάπη και τις χαρές του να γίνεσαι γονέας.

Συνοπτική περίληψη του έργου: 

Όταν δύο παιδιά ναυαγούν σε ένα τροπικό νησί μαζί με ένα γέρο ναύτη, αναγκάζονται να μάθουν σε έναν άλλο τρόπο ζωής για να επιβιώσουν.

Όταν ο γέρος πεθαίνει, μεγαλώνουν μόνα τους έχοντας μόνο ο ένας τον άλλο και την αγάπη που αρχίσει να αναπτύσσεται μεταξύ τους.

Προσωπική άποψη:

Μπορεί το γυμνό στις μέρες μας να μην καταφέρνει να σοκάρει αφού η απελευθέρωση των σεξουαλικών ιδεών έχει φτάσει στα άκρα όμως, δε συνέβαινε το ίδιο και την δεκαετία του ’80. Και αν κάποιες ταινίες είχαν απλά sexy σκηνές, υπήρχαν ορισμένες άλλες που όχι απλά προκάλεσαν αναστάτωση αλλά, συζητήθηκαν όσο λίγες, φτάνοντας μάλιστα μέχρι τα όρια του απαγορευμένου. Και αν κάποιος μπορούσε να ανεχτεί ακόμα και το χυδαίο ενήλικο sex, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει με την ίδια ευκολία το αθώο και απελευθερωμένο παράλληλα, εφηβικό sex του ενστίκτου και όχι του κανόνα. Το “The Blue Lagoon”, είναι μια από αυτές τις ταινίες.

Το μυθιστόρημα του Henry De Vere Stacpoole αποτέλεσαι πηγή έμπνευσης για μια από τις κλασσικές πλέον ιστορίες αγάπης που σημάδεψαν και χαρακτήρισαν την δεκαετία του ’80. Τα δικά του λόγια οδήγησαν σε εικόνες που ακόμα και να θέλαμε, δεν θα μπορούσαμε να ξεχάσουμε λόγω τις ομορφιάς τους, της καθορότητάς τους αλλά και εξαιτίας τις παλαιομοδίτικης γοητείας τους. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η ταινία προτάθηκε για oscar κινηματογράφισης, έστω και αν ο Nestor Almendros δεν κατάφερε να το κερδίσει για δεύτερη φορά στην καριέρα του. Η ουσία δεν βρίσκεται στο βραβείο αλλά, στην αναγνώριση του κοινού που λάτρεψε και ζήλεψε παράλληλα την απαράμιλη ομορφιά των εικόνων του.

Πιστεύω ότι ο Randal Kleiser δεν είχε σκοπό του να προκαλέσει δημιουργώντας μια ταινία σαν κι αυτή αλλά, σε καμία των περιπτώσεων δεν στόχευε στο να αγκαλιάσει ένα ευρύτερο κοινό, κάθε ηλικίας, πολύ περισσότερο σε μια εποχή όπου υπήρχε ακόμα λογοκρισία. Στις προθέσεις του μάλλον ήταν το να πλάσσει έναν όμορφο, ονειρεμένο κόσμο και μέσα σε αυτόν να μας ταξιδέψει με την βοήθεια δύο ανθρώπων που δεν αλλοτριώθηκαν σε τίποτα από τα στοιχεία μιας κοινωνίας που βιαιοπραγεί, τρώει τα ίδια της τα σπλάχνα και δηλητηριάζει κάθε τι όμορφο, προσπαθώντας μόνο να κερδίσει χωρίς να υπολογίζει συνέπειες. Έστω και αν συνολικά η εικόνα μοιάζει παλαιωμένη, συγκινεί μέχρι και σήμερα.

Η κεντρική ιδέα της ταινίας κάθε άλλο παρά περίπλοκη είναι. Δύο παιδιά που μεγαλώνουν, ωριμάζουν και φτάνουν στην εφηβεία τους, μοιράζοντας ο ένας με τον άλλον εμπειρίες και συναισθήματα, σε ένα ταξίδι ανακάλυψης των διαφόρων πτυχών της ζωής, σε ένα παιχνίδι αγάπης και αναγνώρισης του σώματος και της ψυχής που οδηγεί σε πράξεις χωρίς λογική, χωρίς κριτική, χωρίς μέτρα, όρια και σταθμά. Ακούγεται παλαιομοδίτικο και σίγουρα είναι παρ’ όλα ταύτα όμως, ακόμα και ξέροντας ότι δεν θα ακολουθήσουν εκπλήξεις όσο παρακολουθείς, δεν μπορείς να αρνηθείς ότι το μυαλό σου ταξιδεύει και ο νους σου αισθάνεται μια παράξενη αγαλλίαση.

Η έφηβη ακόμα τότε Brooke Shields ήταν ένα γοητευτικό κορίτσι που πίσω από το αθώο της πρόσωπο έκρυβε μια αρκετά sexy εικόνα. Πολλοί πίστευαν ότι θα την ακολουθούσε μια μεγάλη καριέρα η οποία όμως, ποτέ δεν ήρθε. Ακόμα και αν η παρουσία της στην ταινία υπήρξε καταλυτική, ακόμα και αν κατάφερε να γοητεύσει παρά τις περιορισμένες υποκριτικές της ικανότητες, δεν κατάφερε να αναδειχτεί. Ο συμπρωταγωνιστής της από την άλλη μεριά, Christopher Atkins, δεν υπήρξε τίποτα περισσότερο από ένα αγόρι με σορτσάκι από πετσί που περιέφερε την ξανθή του αφάνα και το ηλιοκαμμένο του δέρμα σε ένα έρημο νησί, προσπαθώντας να αποπλανήσει το μοναδικό θηλυκό του είδους του. Το γεγονός ότι κανένας μας δεν θυμάται την παρουσία του σε καμία άλλη μετέπειτα ταινία, νομίζω ότι είναι χαρακτηριστικό.

Αν τέλος υπάρχει κάτι που πρέπει να αναγνωρίσουμε στην ταινία αυτή, είναι η ικανότητά της να μας συντροφεύει με όμορφες και τρυφερές αναμνήσεις ακόμα και μετά από τόσα χρόνια. Μπορεί το χρώμα και η γεύση της να μην είναι ίδια με τότε ωστόσο, παραμένει νοσταλγική για την αθωότητα που πέρασε και χάθηκε, για τις λευκές παραλίες που τις περιτριγύριζε η γαλανή, καθαρή θάλασσα. Σίγουρα ως έφηβοι την κρίναμε διαφορετικά απ’ ότι ως ενήλικες αλλά, το ότι μεγαλώσαμε δεν σημαίνει ότι πάψαμε να αισθανόμαστε, ίσως και να εκτιμάμε αυτά που νιώσαμε κάποτε.

Exit mobile version