28 Μαρτίου, 2024

Μαργαρίτα Θεοδωράκη: Τι απάντησε στην επιθυμία του Μίκη να γίνει μουσείο το σπίτι της στην Ακρόπολη

Μαργαρίτα Θεοδωράκη: Τι απάντησε στην επιθυμία του Μίκη να γίνει μουσείο το σπίτι της στην Ακρόπολη

Τι απάντησε η Μαργαρίτα Θεοδωράκη στην επιθυμία του Μίκη να γίνει μουσείο το σπίτι της στην Ακρόπολη;

Στη διαθήκη του Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και στο θέμα με τον Νίκο Κουρή και το εάν είναι γιος του μεγάλου μουσικοσυνθέτη, αναφέρθηκε ο δικηγόρος της Μαργαρίτας Θεοδωράκη, Βασίλης Παναγιωτακόπουλος.

Για το εάν είναι οκτώ οι διαθήκες, ο κ. Παναγιωτακόπουλος απάντησε: «Το περιεχόμενο των τριών πρώτων διαθηκών συνοψίζεται στην 1η του 2017 και οι υπόλοιπες είναι συμπληρωματικές».

Υπενθυμίζεται ότι σε αποσπάσματα από τη διαθήκη του Μίκη Θεοδωράκη, είναι εμφανής η αγωνία του μεγάλου μουσουργού ώστε το σπίτι του στην Ακρόπολη, όπου έγραψε πολλά από τα έργα του και έζησε μέχρι τέλους της ζωής του, να γίνει Μουσείο. Αν αυτό δεν καταστεί δυνατό, στη διαθήκη του ορίζει πού ακριβώς πρέπει να πάνε τα προσωπικά του αντικείμενα και το αρχείο του.

Ακόμη, ο εμβληματικός μουσικοσυνθέτης ορίζει διαχειρίστρια της διαθήκης του την προσωπική του γραμματέα από το 1989, Ειρήνη Παρμενίδου.

Αναφορικά με το πώς αντιμετώπισε η Μαργαρίτα το άνοιγμα της διαθήκης, δεδομένων όλων αυτών, αλλά και τι πρόκειται να κάνει, ο δικηγόρος της απάντησε:

«Δεν υπάρχει καμία διαφοροποίηση. Πάντα με σεβασμό απόλυτο, κάθε μέρα είναι στις επάλξεις γι’ αυτό που είχε βάλει στόχο ο Μίκης Θεοδωράκης, το έργο του να διαδοθεί. Αυτή ήταν μια λειτουργία που η Μαργαρίτα την πραγματοποιεί σε συνετή βάση. Η ορχήστρα Μίκη Θεοδωράκη είναι ζωντανή και από μέρα σε μέρα είναι και σε διαφορετικό σημείο της Ελλάδας».

Αναφορικά με τον Νίκο Κουρή και αν θα πάνε τη Δευτέρα σε τεστ DNA, το οποίο θα αποδείξει εάν είναι γιος του Μίκη Θεοδωράκη, σημείωσε:

«Είναι πάρα πολύ στενοχωρημένη. Δεν ξέρω, δεν έχω απάντηση γι’ αυτό. Πώς να παίξουμε σε ένα πλαίσιο που δεν ξέρουμε; Μας λέει ότι του το είπε η μάνα του το 2009. Στη ζωή τού Θεοδωράκη μπήκε με το Ράδιο Μίκης, με το διακαναλικό ραδιόφωνο που έκανε και διέδιδε το έργο του Μίκη.

»Ο Μίκης είχε μια μεγάλη διαφορά με τον Χατζηδάκη… Του άρεσε και η κασετοπειρατία. Το ότι διαδίδεται το έργο του υπερτερούσε των οικονομικών απολαβών που θα είχε. Και της ίδιας (της Μαργαρίτας) της άρεσε το ραδιόφωνο. Γιατί μεταδίδει συνέχεια τα κλασικά έργα του Μίκη, εναλλάξ με το κλασικό ρεπερτόριο. Γι’ αυτό και ήρθαν κάποια στιγμή κοντά. Αλλά ούτε εκείνος εξέφρασε τις ανησυχίες του στη Μαργαρίτα. Δηλαδή, ήρθαν κοντά για να συνεργαστούν. Αυτό είναι που ξέρω.

»Ο Μίκης έλεγε ότι πεθαίνω με την πεποίθηση πως δεν έχω αδικήσει κανέναν. Θα αδικούσε αυτό το παιδί; Ποιος είναι ο λόγος;».

Σε ό,τι αφορά στο ακίνητο της Ακρόπολης, που επιθυμία του Μίκη Θεοδωράκη ήταν να μετατραπεί το συγκεκριμένο οίκημα σε μουσείο, ο δικηγόρος της κόρης του μουσουργού εκφράζει την άποψη ότι είναι νομικά δύσκολο, στο ακίνητο έχει δικαιώματα τόσο η σύζυγος του Μίκη Θεοδωράκη όσο και ο εγγονός, αλλά και ο γιος του.

 

Σε αποσπάσματα από τη διαθήκη του Μίκη Θεοδωράκη, είναι εμφανής η αγωνία του μεγάλου μουσουργού ώστε το σπίτι του στην Ακρόπολη να γίνει Μουσείο.

Ο Μίκης Θεοδωράκης ορίζει διαχειρίστρια της διαθήκης του την προσωπική του γραμματέα από το 1989, Ειρήνη Παρμενίδου. Βασική του επιθυμία είναι το σπίτι όπου έγραψε πολλά από τα έργα του και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του, το σπίτι κάτω από την Ακρόπολη, να γίνει Μουσείο. Αν αυτό δεν καταστεί δυνατό, ο Μίκης Θεοδωράκης στη διαθήκη του ορίζει πού ακριβώς πρέπει να πάνε τα προσωπικά του αντικείμενα και το αρχείο του.

Ο Μίκης Θεοδωράκης στη διαθήκη του αναγνωρίζει το γεγονός ότι το εν λόγω σπίτι δεν του ανήκει νομικά (έχει περάσει στην κόρη του και τον μεγαλύτερο εγγονό του και τη σύζυγό του), εκφράζει, όμως, την ελπίδα ότι οι οικείοι του θα σεβαστούν την επιθυμία του, καθώς, όπως λέει, γνωρίζουν πολύ καλά ότι όλα έχουν αγοραστεί με χρήματα που προήλθαν από τη δική του εργασία και πνευματικά δικαιώματα.

Στην παράγραφο 26, ο Μίκης Θεοδωράκης εξηγεί πως το μουσικό του έργο γράφτηκε σε τρία σπίτια. «Στο Παρίσι, που δυστυχώς δεν υπάρχει πια, στο σπίτι μας στο Βραχάτι […] και -κυρίως- στο σπίτι μας κάτω από την Ακρόπολη, όπου και διαμένουμε ακόμα, εγώ και η σύζυγός μου Μυρτώ».

Ο συνθέτης σημειώνει πως επιθυμία του είναι το σπίτι στου Φιλοπάππου να μετατραπεί σε μουσείο, προβλέποντας ωστόσο πως η σύζυγός του μπορεί να διαμένει εκεί για όσο το επιθυμεί. Εξηγεί μάλιστα ότι σε αυτό το σπίτι γράφτηκαν κάποια από τα σημαντικότερα έργα του.

«Το έργο μου γράφτηκε σε τρία σπίτια: Στο σπίτι μας στο Παρίσι που δυστυχώς δεν υπάρχει πια, στο σπίτι μας στο Βραχάτι που είχε γίνει προσπάθεια από τη νομαρχία Κορινθίας να διατηρηθεί αλλά η προσπάθεια αυτή δυστυχώς απέτυχε και ήδη έχει καταντήσει αγνώριστο και -κυρίως- στο σπίτι μας κάτω από την Ακρόπολη όπου διαμένουμε ακόμα, εγώ και η σύζυγός μου Μυρτώ (σσ κατά το χρόνο συγγραφής της διαθήκης).

Στο σπίτι αυτό γράφτηκαν πάρα πολλά από τα σπουδαιότερα έργα μου. Από εδώ πέρασαν πάρα πολλοί σπουδαίοι Έλληνες και ξένοι καλλιτέχνες και πολιτικοί. Επί πλέον, το σπίτι αυτό είναι η τελευταία μου κατοικία, στην οποία περνώ με τη σύζυγό μου τα τελευταία και πιο δύσκολα χρόνια μου, με συντροφιά τα αδέσποτα της Ακρόπολης και του Φιλοπάππου, που βρήκαν κι αυτά εδώ ένα καταφύγιο γεμάτο ζεστασιά και αγάπη», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Και προσθέτει: «Θα ήθελα για όλους αυτούς τους λόγους, το σπίτι αυτό να διατηρηθεί και να λειτουργήσει ως Μουσείο με όποιον τρόπο κρίνει πρόσφορο το δημόσιο, με ευθύνη είτε του υπ. Πολιτισμού είτε κάποιου άλλου αξιόπιστου φορέα που το Δημόσιο θα αποφασίσει και πάντως όχι των ιδιοκτητών. Πιστεύω ότι η θέση του κάτω από την Ακρόπολη είναι ιδανική για το σκοπό αυτό».

Ωστόσο, στη διαθήκη σημειώνεται πως το σπίτι αυτό δεν του ανήκε νομικά. «Επειδή δεν μου ανήκει νομικά, θα ήθελα να εκφράσω την επιθυμία μου αυτή με την ελπίδα ότι η σύζυγός μου, η θυγατέρα μου και ο μεγαλύτερος εγγονός μου, στους οποίους ανήκει, θα τη σεβαστούν. Πολύ περισσότερο εφ’ όσον γνωρίζουν πολύ καλά ότι στην πραγματικότητα και το σπίτι αυτό όπως και όλα τα υπόλοιπα έχει αγοραστεί με χρήματα που προήλθαν αποκλειστικά από τη δική μου εργασία και τα πνευματικά μου δικαιώματα», σημειώνει.

Ο Μίκης Θεοδωράκης σημειώνει μάλιστα πως σε περίπτωση που το σπίτι δεν γίνει τελικά μουσείο, τότε επιθυμεί την τροποποίηση της διαθήκης του αναφορικά με όσα έχει επιλέξει να παραχωρήσει στους κληρονόμους του.

Αναφέρει, ακόμη, ο Μίκης Θεοδωράκης ότι επιθυμεί να διατηρηθεί το εξωτερικό και το εσωτερικό του ως έχει και να παραμείνει, όπως χαρακτηριστικά λέει, «ένας χώρος γεμάτος μουσική, πολιτική, ένα καταφύγιο των αδέσποτων γεμάτο ζεστασιά και αγάπη και να λειτουργήσει ως Μουσείο, ως προσφορά στην πολιτιστική ζωή του τόπου μου».

Σε κάποιο σημείο, αφού εκφράζει ξανά την επιθυμία του να γίνει η οικία του μουσείο, δηλώνοντας μάλιστα ότι οι εργασίες για τη μετατροπή του μπορεί να ξεκινήσουν και όσο βρίσκεται εν ζωή η σύζυγός του, σημειώνει:

«Πιστεύω απόλυτα ότι τα υπόλοιπα σπίτια της θυγατέρας μου και των παιδιών της, που στην πραγματικότητα έχουν αγοραστεί από μένα για αυτούς, είναι τόσο πολλά και τόσο μεγάλα, ώστε είναι υπέρ αρκετά για να τους στεγάσουν όλους και να καλύψουν τις ανάγκες όχι μόνο τις δικές τους αλλά και των οικογενειών που θα δημιουργήσουν οι εγγονοί μου». Προσθέτει μάλιστα ότι κατ’ αντίστοιχο τρόπο έχει εξασφαλιστεί και ο γιος του, Γιώργος, ο οποίος θα αποκτούσε την επικαρπία του ισογείου.

Σε άλλο σημείο σημειώνει: «Υπενθυμίζω ακόμη μια φορά αυτό που έχω επισημάνει και σε άλλα σημεία της διαθήκης μου, ότι δεν υπάρχει καμί αμφιβολία ότι όλα τα μέλη της οικογένειάς μου που σύμφωνα με το νόμο δικαιούνται νόμιμης μοίρας επί της κληρονομιάς μου, έχουν υπερκαλύψει κατά πολύ τη νόμιμη μοίρα τους με όσα εν ζωή τους έχω παράσχει, ακόμη και αν δεν συνυπολογισθύν όσα τους κληροδοτώ με την προαναφερόμενη διαθήκη μου».

Μάλιστα, απαριθμεί κάποια από τα προσωπικά του αντικείμενα, τα δυο πιάνα του, τους δύο πίνακες του χαράκτη και φίλου του Τάσσιου με ιδιόχειρες αφιερώσεις, το άγαλμα του Ηνίοχου των Δελφών, μια εικόνα δώρο του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, εικόνες, βιβλία, δίσκους βινυλίου, CDs, φωτογραφίες που κοσμούν τους τοίχους των γραφίων κλπ. για τα οποία αναφέρει ότι ορίζει να μείνουν στο σπίτι του εφόσον μετατραπεί σε Μουσείο. Διαφορετικά να παραδοθούν στη βιβλιοθήκη Λίλιαν Βουδούρη.

Ορίζει διαχειρίστρια τη γραμματέα του
Σε άλλο σημείο της διαθήκης του, ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρεται στη διαχειρίστρια αυτής. Πρόκειται για την Ειρήνη Παρμενίδου, τη γραμματέα του, που, όπως γράφει και ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης στη διαθήκη του, έζησε στο πλευρό του πολλές δεκαετίες. «Μπορώ να πω ότι γνωρίζει τις σκέψεις και τις επιθυμίες μου καλύτερα από κάθε άλλον».

Σημειώνει δε ότι ανάμεσα στα καθήκοντά της θα είναι και η σύμφωνα με ρητές οδηγίες του παράδοση του Αρχείου του στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας Λίλιαν Βουδούρη, που στεγάζεται στο Μέγαρο Μουσικής, «όλων των υλικών του αρχείου μου».

Ακόμη, ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρει την επιθυμία του όλα τα προσωπικά του αντικείμενα να παραδοθούν στη Μουσική Βιβλιοθήκη Λίλιαν Βουδούρη, και να επιστρέψουν στο σπίτι του μόνο σε περίπτωση που αυτό καταστεί εφικτό να γίνει μουσείο, με ευθύνη του Δημοσίου.

Σε άλλο σημείο ορίζει την κυρία Παρμενίδου εκτελέστρια της διαθήκης του. Μεταξύ των άλλων καθηκόντων της ορίζει ότι θα είναι και η παράδοση του Αρχείου του στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας «Λίλιαν Βουδούρη».

Προβλέπει ακόμη τι θα γίνει με το αυτοκίνητό του, λέγοντας ότι σε περίπτωση που κατά το χρόνο του θανάτο του υπήρχε στην κατοχή του άλλο, νέο αυτοκίνητο πέρα από ένα άλλο που ήδη είχε την περίοδο που έγραψε τη διαθήκη του, επιθυμεί να μεταβιβαστεί στον Σύλλογο Αμυμώνη για να χρησιμοποιηθεί για τη μετακίνηση παιδιών.